κρυψάνα

From LSJ

Θεοὶ μέγιστοι τοῖς φρονοῦσιν οἱ γονεῖς → Numen parentes maximum prudentibus → Die rößten Götter sind die Eltern dem, der klug

Menander, Monostichoi, 238

Greek Monolingual

η
κρύπτη, κρυψώνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κρυψ- (πρβλ. -κρυψ-α, αόρ. του κρύβω) + κατάλ. -άνα (πρβλ. πλεξάνα, φαγάνα)].