κυκλιοδιδάσκαλος

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κυκλιοδῐδάσκᾰλος Medium diacritics: κυκλιοδιδάσκαλος Low diacritics: κυκλιοδιδάσκαλος Capitals: ΚΥΚΛΙΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
Transliteration A: kykliodidáskalos Transliteration B: kykliodidaskalos Transliteration C: kykliodidaskalos Beta Code: kukliodida/skalos

English (LSJ)

ὁ, teacher of the cyclic chorus, i.e. dithyrambic poet (v. κύκλιος ΙΙ), Ar.Av.1403.

German (Pape)

[Seite 1526] ὁ, ein Dithyrambendichter, der kyklische Chöre einstudirt, = διθυραμβοποιός, Ar. Av. 1403.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
poète dithyrambique.
Étymologie: κύκλιος, διδάσκαλος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κυκλιοδιδάσκαλος -ου, ὁ [κύκλος, διδάσκαλος] dithyrambendichter.

Russian (Dvoretsky)

κυκλιοδιδάσκᾰλος: ὁ учитель киклических хоров, т. е. дифирамбический поэт (см. κυκλικός
3 Arph.

Greek Monolingual

κυκλιοδιδάσκαλος, ὁ (Α)
ο δάσκαλος του κύκλιου χορού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύκλιος + διδάσκαλος.

Greek Monotonic

κυκλιοδῐδάσκᾰλος: ὁ, διδάσκαλος του διθυραμβικού χορού (βλ. κύκλιος II), σε Αριστοφ.

Greek (Liddell-Scott)

κυκλῐοδῐδάσκᾰλος: ὁ, διδάσκαλος τοῦ κυκλικοῦ χοροῦ, δηλ. διθυραμβικὸς ποιητὴς (ἴδε κύκλιος ΙΙ), Ἀριστοφ. Ὄρν. 1403.

Middle Liddell

κυκλιο-δῐδάσκᾰλος, ὁ,
a teacher of the dithyrambic chorus (v. κύκλιος II), Ar.