κώδικας

From LSJ

τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)

Source

Greek Monolingual

και κώδιξ και κώνδικας και κώντικας, ο (Μ κῶδιξ και κῶνδιξ, -ικος, και κώδηξ, -ηκος)
1. συλλογή διάσπαρτων νομικών κειμένων στην οποία γίνεται συστηματική κατάταξη τών κανόνων δικαίου (α. «Ιουστινιάνειος Κώδιξ» β. «Κώδικας του Χαμμουραμπί» γ. «Ναπολεόντειος Κώδικας»)
2. τύπος συλλογής αρχαίων χειρογράφων από πάπυρο, περγαμηνή ή χαρτί, συγκροτημένων σε ενιαίο σώμα υπό μορφήν βιβλίου, σε αντιδιαστολή με τους κυλίνδρους ή τις κηρωμένες πλάκες (α. «Κώδικες Ομηρικών Επών» β. «Σιναϊτικὸς κῶδιξ»)
3. βιβλίο στο οποίο αναγράφονται κρατικά ή εκκλησιαστικά πρακτικά
νεοελλ.
1. (νομ.) συστηματικά και μεθοδικά καταρτισμένο σύνολο διατάξεων που ανήκουν στον ίδιο κλάδο δικαίου («Αστικός Κώδικας»)
2. σύστημα αρχών, κανόνων ή οδηγιών που αναφέρονται σε ένα θέμακώδικας καλής συμπεριφοράς»)
3. (βιολ. -πληροφ.) οργανωμένη αντιστοιχία ενός συστήματος σημάτων προς ένα άλλο, διαφορετικό σύστημα
4. (επικοιν.) σύστημα συμβόλων χρησιμοποιούμενο για την κρυπτογράφηση και αποκρυπτογράφηση κειμένων
5. φρ. α) «βιολογικός κώδικας»
βιολ. ο γενετικός κώδικας
β) «γενετικός κώδικας»
(βιολ. -βιοχ.) το σύστημα τών "συμβόλων" με τα οποία είναι "εγγεγραμμένες" στα νουκλεϊκά οξέα οι γενετικές "πληροφορίες" και ο μηχανισμός μεταβίβασης και "αποκρυπτογράφησής" τους
γ) «διεθνής κώδικας σημάτων»
ναυτ. ειδικό λεξικό σημάτων με τα οποία οι ναυτικοί μπορούν να συνεννοούνται όταν τα σκάφη τους βρίσκονται εν πλω
δ) «κρυπτογραφικός κώδικας» — σύστημα για κρυπτογράφηση ή αποκρυπτογράφηση κειμένων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. codex, -icis «συγγραφή, κατάλογος, δέλτος». Η γραφή κώδηξ δεν είναι ορθή].