λαθοσύνα

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λᾱθοσύνα Medium diacritics: λαθοσύνα Low diacritics: λαθοσύνα Capitals: ΛΑΘΟΣΥΝΑ
Transliteration A: lathosýna Transliteration B: lathosyna Transliteration C: lathosyna Beta Code: laqosu/na

English (LSJ)

Dor., = λήθη, E.IT1279 (lyr., s.v.l.).

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
dor. p. *ληθοσύνη;
oubli.
Étymologie: λήθη.

Greek Monolingual

λαθοσύνα, ἡ (Α)
(δωρ. τ.) λήθη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. λαθ- (πρβλ. ἔλαθ-ον, αόρ. β' του λανθάνω) + συνδετικό φωνήεν -ο- + κατάλ. -σύνη (πρβλ. δικαιοσύνη, κερδοσύνη)].

Russian (Dvoretsky)

λᾱθοσύνα: ἡ дор. Eur. = *ληθοσύνη.