οχλίζω
From LSJ
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
ὀχλίζω (Α) όχλος
1. κινώ με μοχλό, ανυψώνω, μετακινώ κάτι με μοχλό
2. μέσ. ὀχλίζομαι
συγκεντρώνομαι, συναθροίζομαι
3. φρ. «ὀχλίζω τὸ στόμα» — ανοίγω βίαια το στόμα, δηλ. αρχίζω να μιλώ με σφοδρότητα.