παραινετήρ

From LSJ

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραινετήρ Medium diacritics: παραινετήρ Low diacritics: παραινετήρ Capitals: ΠΑΡΑΙΝΕΤΗΡ
Transliteration A: parainetḗr Transliteration B: parainetēr Transliteration C: parainetir Beta Code: paraineth/r

English (LSJ)

παραινετῆρος, ὁ, encourager, adviser, Ath.1.14b.

German (Pape)

[Seite 479] ῆρος, ὁ, = Folgdm, Ath. I, 14 b.

Greek Monolingual

-ῆρος, ὁ, Α
1. άτομο που εκφέρει γνώμη για ένα ζήτημα ή άτομο που δίνει συμβουλές
2. αυτός που ενθαρύνει, που εμψυχώνει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παραινῶ + επίθημα -τήρ (πρβλ. διαιρετήρ)].