πρωτόμαντις
ὀλιγαρχία δὲ τῶν μὲν κινδύνων τοῖς πολλοῖς μεταδίδωσι͵ τῶν δ΄ ὠφελίμων οὐ πλεονεκτεῖ μόνον, ἀλλὰ κτλ. → But an oligarchy gives the many a share of the danger, and not content with the largest part takes and keeps the whole of the profit (Thucyd. 6.39)
English (LSJ)
εως ὁ, ἡ, first prophet or seer, τὴν π. Γαῖαν A.Eu.2, cf.EM455.49.
German (Pape)
[Seite 805] ὁ u. ἡ, erster Weissager, Γαῖα, Aesch. Eum. 2.
French (Bailly abrégé)
εως (ὁ, ἡ)
devin ou prophète suprême.
Étymologie: πρῶτος, μάντις.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πρωτόμαντις -εως [πρῶτος, μάντις] eerste profetes (van Gaia, de godin Aarde).
Russian (Dvoretsky)
πρωτόμαντις: εως ἡ первая прорицательница (ἡ π. Γαῖα) Aesch.
Greek Monolingual
-άντεως, ὁ, ἡ, Α
ο πρώτος μάντης ή προφήτης.
Greek Monotonic
πρωτόμαντις: ὁ, ἡ, πρώτος προφήτης ή μάντης, σε Αισχύλ.
Greek (Liddell-Scott)
πρωτόμαντις: ὁ, ἡ, ὁ πρῶτος προφήτης ἢ μάντις, τὴν πρ. Γαῖαν Αἰσχύλ. Εὐμ. 2, πρβλ. Ἐτυμολ. Μέγ. 455. 50. ‒ Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.