υποπτεύομαι

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source

Greek Monolingual

ὑποπτεύομαι ΝΜΑ, και ενεργ. τ. ὑποπτεύω ΜΑ ὕποπτος / ὑπόπτης
(μσν.-αρχ. και ενεργ.)
1. έχω υποψίες, υποψιάζομαι (α. «συνεχώς μέ υποπτεύεται» β. «ὁ δὲ τύραννος ὅταν ὑποπτεύσῃ καὶ αἰσθανόμενος τῷ ὄντι ἀντιπραττομένους τινὰς ἀποκτείνῃ», Ξεν.)
2. (μτβ.) θεωρώ κάποιον ύποπτο
αρχ.
ενεργ.
1. υποθέτω, εικάζω («ὁ δ' Ἀγησίλαος ὑπώπτευε μὲν ὧν ἕνεκεν ἐφοίτα», Ξεν.)
2. (με αιτ. πράγματος) βλέπω με υποψία
3. παρατηρώ, αντιλαμβάνομαι
4. φρ. α) «ὑποπτεύω τινὰ ὡς...» — έχω υποψίες για κάποιον ότι... (Ηρόδ.)
β) «ὑποπτεύω τι» — έχω κάποια υποψία (Ευρ.).