податливый
From LSJ
Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit
Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit
ὑγρός, γναμπτός, εὔθρυπτος, εὐχείρωτος, εὐχερής, εὐαφής, πλαστικός, εὐάγωγος, εὐένδοτος, ἐνδόσιμος, ὑπεικτικός, εὐπειθής, εὐπιθής, εὐεπίτακτος, πιεστός, ἱππάσιμος, ἐργάσιμος, ἐπιεικτός, ἀγώγιμος