ἀντίβασις

From LSJ

ἐρημία μεγάλη 'στὶν ἡ Μεγάλη Πόλις → the Great City is a great wasteland

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίβᾰσις Medium diacritics: ἀντίβασις Low diacritics: αντίβασις Capitals: ΑΝΤΙΒΑΣΙΣ
Transliteration A: antíbasis Transliteration B: antibasis Transliteration C: antivasis Beta Code: a)nti/basis

English (LSJ)

-εως, ἡ,
A resistance, Ph.Bel.73.14, Plu.Caes.38, etc.; πρός τι Id.2.584f; ἡ κατ' ἀντίβασιν ἁφή S.E.M.10.2; opp. ἐπέρεισις, Sor.2.10,cf. Antyll. ap. Orib.9.23.11.
2 ground of opposition(?), διαφόρου τετευχότα -σεως Phld.Sign.27.
II in the ballista, counter-prop, Vitr.10.11.9.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
I abstr.
1 resistencia αἱ γὰρ πολλαὶ δυνάμεις ... ἐπισπώμεναι μὲν ἅπασαι τὴν ἀντίβασιν ποιοῦνταί Ph.Bel.73.14, τὴν ἀντίβασιν τοῦ κλύδωνος Plu.Caes.38, ἡ πρὸς τροφὴν καὶ ποτὸν ἀντίβασις τοῦ λογισμοῦ Plu.2.584f, κατὰ ἀντίβασιν con resistencia S.E.M.10.2
c. gen. τῆς ἐπερείσεως Sor.99.28, τοῦ πνεύματος Antyll. en Orib.9.23.11.
2 fil. refutación διαφόρου [τε] τευχότα ἀντιβ[ά] σεως Phld.Sign.27.36.
II concr. soporte trasero en las ballestas, Vitr.10.10.5, 11.9.

German (Pape)

[Seite 250] ἡ, das Entgegentreten, Widerstand, Plut. Caes., oft, u. Sp. Bei Vitruv. 10, 15 Gegenbasis.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
opposition, résistance.
Étymologie: ἀντιβαίνω.

Russian (Dvoretsky)

ἀντίβᾰσις: εως ἡ сопротивление, противодействие (πρός τι Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίβᾰσις: -εως, ἐναντίωσις, ἀντίστασις, Πλουτ. Καῖσ. 38, κτλ.· πρός τι ὁ αὐτ. 2. 583Ε. ΙΙ. δευτέρα βάσις τοῦ κίονος, ἀντιστάτης, Βιτρούβ. 10. 15.

Greek Monolingual

ἀντίβασις, η (Α)
1. εναντίωση, αντίσταση
2. η δεύτερη βάση του κίονα, ο αντιστάτης.

Greek Monotonic

ἀντίβᾰσις: -εως, ἡ (ἀντιβαίνω), αντίσταση, σε Πλούτ.

Middle Liddell

ἀντιβαίνω
resistance, Plut.