ἐνδιαφθείρω

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνδιαφθείρω Medium diacritics: ἐνδιαφθείρω Low diacritics: ενδιαφθείρω Capitals: ΕΝΔΙΑΦΘΕΙΡΩ
Transliteration A: endiaphtheírō Transliteration B: endiaphtheirō Transliteration C: endiaftheiro Beta Code: e)ndiafqei/rw

English (LSJ)

fut. -ερῶ, to destroy in, dub. in Plu.2.658c; destroy a child in the womb, Hp.Carn.19.

Spanish (DGE)

abortar αἱ ἑταῖραι ... γινώσκουσιν ὁκόταν λάβωσιν ἐν γαστρὶ κἄπειτ' ἐνδιαφθείρουσι Hp.Carn.19.

German (Pape)

[Seite 834] darin verderben, vernichten, Hippocr. u. Sp.

French (Bailly abrégé)

détruire dans.
Étymologie: ἐν, διαφθείρω.

Russian (Dvoretsky)

ἐνδιαφθείρω: (в чем-л.) разрушать, портить (τι Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐνδιαφθείρω: μέλλ. -ερῶ, διαφθείρω, καταστρέφω τι ἐντός, Πλούτ. 2. 658C· αἱ ἑταῖραι αἱ δημόσιαι... γιγνώσκουσι ὁκόταν λάβωσιν ἐν γαστρί, κἄπειτ’ ἐνδιαφθείρουσι, καταστρέφουσι τὸ ἔμβρυον ἐν τῇ μήτρᾳ, Ἱππ. 254. 6.

Greek Monolingual

ἐνδιαφθείρω (AM)
1. διαφθείρω, καταστρέφω
2. καταστρέφω το έμβρυο στη μήτρα.