ἐπιθεσπίζω
Ὡς αἰσχρὸν εὖ ζῆν ἐν πονηροῖς ἤθεσιν → Turpis res laute vivere ingenium malum → Wie schimpflich, wenn ein schlechter Mensch in Wohlstand lebt
English (LSJ)
of Triton,
A prophesy or divine upon, τῷ τρίποδι Hdt. 4.179.
II. of an oracle, give sanction, τινί D.H.2.6; ἐ. βασιλείαν τινί Id.3.35.
III. apply a prophecy, τὰ Τειρεσίου ἑαυτῷ Philostr. VA7.4.
German (Pape)
[Seite 942] 1) darauf Orakel verkündigen, τῷ τρίποδι, auf dem Dreifuß sitzend, Her. 4, 179; ταύτας τὰς φωνὰς ἐπιθεσπίσαντες ἀπέπλευσαν Dion. Hal. exc. Reisk. p. 2342. – 2) von Orakeln od. Göttern, beistimmen, gutheißen, τινί, D. Hal. 2, 6; τοὺς θεοὺς ἔδει τὴν βασιλείαν αὐτῷ δι' οἰωνῶν αἰσίων ἐπιθεσπίσαι, ihm zusagen, 3, 35; πρὸς τοῦ θεοῦ ἐπιθεσπισθῆναι ὡς θεὸν τιμᾶν Ἡρακλέα Arr. An. 4, 11, 7.
French (Bailly abrégé)
rendre un oracle sur : τῷ τρίποδι HDT sur le trépied.
Étymologie: ἐπί, θεσπίζω.
Greek Monolingual
ἐπιθεσπίζω (Α)
1. προφητεύω καθισμένος σε τρίποδα
2. (για χρησμούς, οιωνούς) επιβεβαιώνω, εγκρίνω
3. βρίσκω μια προφητεία επαληθευμένη.
Greek Monotonic
ἐπιθεσπίζω: μέλ. -σω, λέγεται για την ιέρεια Πυθία, προφητεύω ή μαντεύω, προλέγω το μέλλον καθισμένος πάνω σε, τῷ τρίποδι, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιθεσπίζω: культ. изрекать пророчества, прорицать (τῷ τρίποδι Her.).
Middle Liddell
fut. σω
of the Pythian Priestess, to prophesy or divine upon, τῷ τρίποδι Hdt.