ἕπταχα
καὶ τὸ σιγᾶν πολλάκις ἐστὶ σοφώτατον ἀνθρώπῳ νοῆσαι → and silence is often the wisest thing for a man to heed, and often is man's best wisdom to be silent, and often keeping silent is the wisest thing for a man to heed
English (LSJ)
Adv. in seven parts, Od.14.434:—so ἑπταχῆ D.C.55.26: ἑπταχῶς Gal.19.280.
German (Pape)
[Seite 1013] siebenfach, siebenmal getheilt, Od. 14, 434.
French (Bailly abrégé)
adv.
en sept parties.
Étymologie: ἑπτά, -χα.
Russian (Dvoretsky)
ἕπτᾰχᾰ: adv. на семь частей Hom.
Greek (Liddell-Scott)
ἕπτᾰχᾰ: Ἐπιρρ., εἰς ἑπτὰ μέρη, Ὀδ. Ξ. 434· οὕτως, ἑπταχῆ Δίων Κ. 55. 26, ἑπταχῇ Φίλων Ι. 28, 43, ἑπταχῶς Γαλην. 19. 280, 9.
English (Autenrieth)
in seven parts, Od. 14.434†.
Greek Monolingual
ἕπταχα (Α)
επίρρ. σε επτά μέρη («τὰ μὲν ἕπταχα πάντα διεμοιρᾱτο», Ομ. Οδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αναλογικός σχηματισμός κατά το πρότυπο του δί-χα].
Greek Monotonic
ἕπτᾰχᾰ: (ἑπτά), επίρρ., σε εφτά μέρη, σε Ομήρ. Οδ.