ἰθύντατα
From LSJ
ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον· φύντα δ' ὅμως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι → First, it is best for mortals to not be born. If born, to pass through Hades' gates as soon as possible.
English (LSJ)
[ῑ], Adv., Sup. of ἰθύς (A) (q.v.).
German (Pape)
[Seite 1246] Il. 18, 508, als superl. zu ἰθύς.
French (Bailly abrégé)
v. ἰθύς².
Russian (Dvoretsky)
ἰθύντατα: superl. к ἰθύς II.
Greek (Liddell-Scott)
ἰθύντατα: Ἐπίρρ., Ὑπερθ. τοῦ ἰθύ.
Greek Monolingual
ἰθύντατα (Α)
επίρρ. δικαιότατα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ἰθύς (Ι)].
Greek Monotonic
ἰθύντατα: επίρρ., υπερθ. του ἰθύ· βλ. ἰθύς, I. 2.
Middle Liddell
[adverb Sup. of ἰθύ: v. ἰθύς I. 2.]