ὀγδοαῖος

From LSJ

τὸ μὲν εὖ πράσσειν ἀκόρεστον ἔφυ πᾶσι βροτοῖσιν → all mortals have by nature an insatiable appetite for success, our mortal state with bliss is never satiate, success is something for which humanity is insatiatable

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀγδοαῖος Medium diacritics: ὀγδοαῖος Low diacritics: ογδοαίος Capitals: ΟΓΔΟΑΙΟΣ
Transliteration A: ogdoaîos Transliteration B: ogdoaios Transliteration C: ogdoaios Beta Code: o)gdoai=os

English (LSJ)

ὀγδοαία, ὀγδοαῖον,
A on the eighth day, Plb.5.52.3, al., Plu.2.288c, Gal.9.869, etc.
II of fever, recurring on the eighth day, octavan, Id.7.505.

German (Pape)

[Seite 290] am achten Tage, ὀγδοαῖοι ὑπερέβαλον τὸ ὄρος, Pol. 5, 52, 3; Plut. Caes. 17.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
qui vient ou se fait le 8ᵉ jour.
Étymologie: ὀγδόη.

Russian (Dvoretsky)

ὀγδοαῖος: совершающийся на восьмой день Polyb.: ὀ. ἐλθεῖν Plut. прибыть на восьмой день.

Greek (Liddell-Scott)

ὀγδοαῖος: -α, -ον, ὁ κατὰ τὴν ὀγδόην ἡμέραν, Πολύβ. 5. 52, 3, κτλ.

Greek Monolingual

ὀγδοαῖος, ὀγδοαία, ὀγδοαῖον (Α)
1. αυτός που γίνεται κατά την όγδοη μέρα
2. (για πυρετό) αυτός που επαναλαμβάνεται περιοδικά κατά την όγδοη μέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄγδοος + κατάλ. -αῖος (πρβλ. τεταρταίος)].