ὑποσημειόομαι

From LSJ

Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποσημειόομαι Medium diacritics: ὑποσημειόομαι Low diacritics: υποσημειόομαι Capitals: ΥΠΟΣΗΜΕΙΟΟΜΑΙ
Transliteration A: hyposēmeióomai Transliteration B: hyposēmeioomai Transliteration C: yposimeioomai Beta Code: u(poshmeio/omai

English (LSJ)

Med.,
A note down, τὰ λεγόμενα D.L.2.48.
II undersign, sign, BGU287.14 (iii A. D.), POxy.1115.8 (iii A. D.), etc.
III mark by numbers, v.l. for παρασημειόομαι in Ptol.Geog.1.24.7.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποσημειόομαι: σημειοῦμαι, «κρατῶ σημειώσεις», πρῶτος ὑποσημειωσάμενος τὰ λεγόμενα εἰς ἀνθρώπους ἤγαγεν Διογέν. Λαέρτ. 2. 48, Ὠριγέν. τ. 3, σ. 477D, κλπ. ΙΙ. ὑπογράφω, διὰ τῆς ὑπογραφῆς μου σημειώνω, τοῖς γράμμασι Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. ΙΙΙ. σημειώνω δι’ ἀριθμῶν, Πτολεμ. Γεωγρ. σ. 63, 65.

Russian (Dvoretsky)

ὑποσημειόομαι: постепенно или попутно помечать, записывать (τὰ λεγόμενα Diog. L.).

Greek Monolingual

ὑποσημειῶ, ὑποσημειόω, NA σημειῶ / σημειώνω
μέσ. υποσημειώνομαι και ὑποσημειοῦμαι, ὑποσημειόομαι
βάζω την υπογραφή μου από κάτω
νεοελλ.
σημειώνω από κάτω, γράφω υποσημειώσεις
αρχ.
1. σημειώνω με αριθμούς
2. μέσ. κρατώ σημειώσεις, σημειώνω.