ῥαβδομαντεία
From LSJ
Κατὰ τὴν ἰδίαν φρόνησιν οὐδεὶς εὐτυχεῖ → Suo arbitratu nullus est felix satis → Kein Mensch nach seinem eignen Denken glücklich ist
English (LSJ)
ἡ, divination by a wand, Glossaria.
German (Pape)
[Seite 829] Stabwahrsagerei, zw.
Greek (Liddell-Scott)
ῥαβδομαντεία: ἡ, μαντεύεσθαι διὰ ῥάβδου, Κύριλλ. 3. 75C.
Greek Monolingual
η / ῥαβδομαντεία, ΝΜΑ, και ραβδομαντία Ν
μαντεία που γίνεται με τη χρήση ράβδου αλλ. ραβδοσκοπία
αρχ.
μορφή κληρομαντείας στην οποία ως κλήρους χρησιμοποιούσαν μικρά ραβδιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥάβδος + μαντεία.