bespreking
From LSJ
περὶ ἀλόγων γραμμῶν καὶ ναστῶν → on incommensurable lines and solids
Dutch > Greek
ἀγών, ἀμφιλογία, ἀμφισβασίη, ἀμφισβήτησις, ἀντιβολή, ἀντικατάστασις, ἀντιλογία, ἁψιμαχία, διαβούλιον, δίαιτα, διαλαλιά, διάλεκτος, διάλεξις, διαλογή, διαλογισμός, διάλογος, διαμφισβήτησις, διαστολή, διατριβή, διευκρίνησις, διχοστασία, ἔντευξις, ἐξεργασία, κοινολογία, λέσχη, συζήτησις