Πιερία
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
English (LSJ)
ἡ, Ion. Πιερίη, Pieria, in the S.W. of Macedonia, Il.14.226, Od.5.50, Hes.Th.53. Adv. Πιερίηθεν, from Pieria, Id.Op.1, h.Merc. 85: Πιερίδες, αἱ, Pierides, name of the Muses, as haunting Pieria, Hes.Sc.206, Pi.O.10(11).96, P.1.14, etc.: Adj. Πιερικός, Πιερική, Πιερικόν, Hdt. 4.195, etc.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Piérie, contrée de la Macédoine, près de l'Olympe, séjour des Muses.
Étymologie: vraisembl. de πῖαρ, litt. contrée fertile.
Greek Monotonic
Πῑερία: Ιων. -ίη, ἡ, η Πιερία, περιοχή στο βόρειο τμήμα της Θεσσαλίας, σε Όμηρ.· Πιερίηθεν, από την Πιερία, σε Ησίοδ.
Russian (Dvoretsky)
Πῑερία: ион. Πῑερίη ἡ Пиерия (область в юго-зап. Македонии, родина Орфея, излюбленное местопребывание Муз) Hom., HH, Hes., Her.
Middle Liddell
Πῑερία, ἡ,
Pieria, a district in the North of Thessaly, Hom.: