διαφθαρτικός
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
διαφθαρτική, διαφθαρτικόν, destructive, fatal, Arist.Pr.865a8, Poll.5.132.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
destructivo φάρμακον Arist.Pr.865a8, Poll.5.132, c. gen. δ. τῆς ψυχῆς Apollon.Lex.s.u. θυμοραϊστής.
German (Pape)
[Seite 611] ή, όν, verderblich, φάρμακον Poll. 5, 132.
Russian (Dvoretsky)
διαφθαρτικός: губительный, гибельный, т. е. ядовитый (φάρμακον Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
διαφθαρτικός: -ή, -όν, καταστρεπτικός, Ἀριστ. Προβλ. 1. 47, Πολυδ. Ε΄, 132.
Greek Monolingual
διαφθαρτικός -ή, -όν (Α)
ολέθριος, καταστρεπτικός.