κόκκων

From LSJ

Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeralboth memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κόκκων Medium diacritics: κόκκων Low diacritics: κόκκων Capitals: ΚΟΚΚΩΝ
Transliteration A: kókkōn Transliteration B: kokkōn Transliteration C: kokkon Beta Code: ko/kkwn

English (LSJ)

ωνος, ὁ,
A pomegranate-seed, Sol.40, Hp.Mul.1.37 (cf. Gal. 19.113), Sammelb.6779.51 (iii B.C.).
II mistletoe-berry, Hsch.:—Dim. κοκκωνίδιον, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 1471] ωνος, ὁ, der Kern des Granatapfels, Galen., Hesych. Auch andere Beeren, z. B. Mistelbeeren, κόκκωνας ἄλλος, ἅτερος δὲ σήσαμα Solon bei Phryn. p. 396.

French (Bailly abrégé)

ωνος (ὁ) :
pépin de grenade.
Étymologie: κόκκος.

Greek (Liddell-Scott)

κόκκων: ὁ, σπόρος ῥοιᾶς, κόκκος ῥοϊδίου, Σόλων 30, 8, Ἱππ. 606. 9. ΙΙ. = Κνίδιος κόκκος, καθαρτικός τις κόκκος, Γαλην.··κόκκος ἰξοῦ, Ἡσύχ.

Greek Monotonic

κόκκων: ὁ, σπόρος ροδιού, σε Σόλ.

Middle Liddell

κόκκων, ονος,
a pomegranate-seed, Solon.