παραγινώσκω

From LSJ

κείνους δὲ κλαίω ξυμφορᾷ κεχρημένους (Euripides' Medea 347) → I weep for those who have suffered disaster

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραγινώσκω Medium diacritics: παραγινώσκω Low diacritics: παραγινώσκω Capitals: ΠΑΡΑΓΙΝΩΣΚΩ
Transliteration A: paraginṓskō Transliteration B: paraginōskō Transliteration C: paraginosko Beta Code: paraginw/skw

English (LSJ)

later for παραγιγνώσκω.

French (Bailly abrégé)

réc. c. παραγιγνώσκω.

Greek Monolingual

Α
1. αποφασίζω ενάντια στο ορθό και το δίκαιο, πλανώμαι ως προς την κρίση και την απόφαση μου
2. παρανομώ («οὐδὲν θαυμαστὸν ὑπὲρ τούτων περὶ αὐτοῦ παραγνώναι τοὺς δικαστάς»).

German (Pape)

späterπαραγιγνώσκω.