τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
το, Ν
1. εργαλείο με το οποίο τυλίγεται το νήμα της ανέμης στα μασούρια
2. φρ. «η γλώσσα της πάει ροδάνι» — είναι πάρα πολύ φλύαρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥοδάνη «στριμμένη κλωστή, υφάδι», με αλλαγή γένους, κατά τα καλάμι, μασούρι].