ἀποβλάστημα

From LSJ

αἱ μέν ἀποφάσεις ἐπί τῶν θείων ἀληθεῖς, αἱ δέ καταφάσεις ἀνάρμοστοι τῇ κρυφιότητι τῶν ἀποῤῥήτων → as concerns the things of the gods, negative pronouncements are true, but positive ones are inadequate to their hidden character

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποβλάστημα Medium diacritics: ἀποβλάστημα Low diacritics: αποβλάστημα Capitals: ΑΠΟΒΛΑΣΤΗΜΑ
Transliteration A: apoblástēma Transliteration B: apoblastēma Transliteration C: apovlastima Beta Code: a)pobla/sthma

English (LSJ)

-ατος, τό, shoot, Thphr. CP1.20.1: metaph., τὸ ἑαυτοῦ ἀ. πᾶς φιλεῖ Pl.Smp. 208b.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
brote de una planta, Thphr.CP 1.20.1
fig. τὸ αὑτοῦ ἀποβλάστημα ... πᾶν τιμᾷ todo ser estima lo que es retoño de sí mismo Pl.Smp.208b
en anat. gener. de músculos y nervios, Gal.3.222, 227, 233, 243.

German (Pape)

[Seite 297] τό, Sprößling, Abkömmling, Plat. Conv. 208 b.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
pousse, rejeton.
Étymologie: ἀποβλαστάνω.

Russian (Dvoretsky)

ἀποβλάστημα: ατος τό отпрыск, побег Plat.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποβλάστημα: -ατος, τὸ, βλαστὸς, «βλαστάρι», Πλάτ. Συμπ. 208Β, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 1. 21, 1.

Greek Monolingual

το (Α ἀποβλάστημα)
νεοελλ.
1. πληθ. τα αποβλαστήματα (κατά τη θεωρία του Δαρβίνου) είναι αόρατα σωματίδια που παράγονται από τα σωματικά κύτταρα στα διάφορα όργανα, αποχωρίζονται απ' αυτά και συσσωρεύονται με ανάλογα σωματίδια στα γεννητικά κύτταρα
2. κύτταρα που συσσωματώνονται για να προφυλάσσονται τα σφουγγάρια απο δυσμενείς καιρικές συνθήκες
αρχ.
1. βλαστάρι, βλαστός
2. γόνος, τέκνο.

Greek Monotonic

ἀποβλάστημα: -ατος, τό, βλαστός, βλαστάρι, κλαδάκι, σε Πλάτ.

Middle Liddell

[from ἀποβλαστάνω
a shoot, scion, Plat.