ἔμπλεξις

From LSJ

ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητοςwhere there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔμπλεξις Medium diacritics: ἔμπλεξις Low diacritics: έμπλεξις Capitals: ΕΜΠΛΕΞΙΣ
Transliteration A: émplexis Transliteration B: emplexis Transliteration C: empleksis Beta Code: e)/mplecis

English (LSJ)

-εως, ἡ, interweaving, entwining, στήμονος Pl.Plt. 282e.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
entrelazamiento ἡ τοῦ στήμονος ἔ. el entrelazamiento con la urdimbre de las hebras en el tejido, Pl.Plt.282e, ἔ. τῶν μορίων Simp.in Ph.878.25.

German (Pape)

[Seite 814] ἡ, Einflechtung, Verwebung, τοῦ στήμονος Plat. Polit. 282 e.

Russian (Dvoretsky)

ἔμπλεξις: εως ἡ вплетание, заплетание Plat.

Greek (Liddell-Scott)

ἔμπλεξις: -εως, ἡ, τὸ ἐμπλέκειν, ἐμπλοκή, ἐνύφανσις, Πλάτ. Πολιτ. 282Ε.

Greek Monolingual

ἔμπλεξις, η (Α)
το να πλέκεται κάτι μέσα σε κάτι άλλο, ενύφανση.