ἀπινής: Difference between revisions
From LSJ
οὕτως καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔχῃ ἔργα, νεκρά ἐστιν καθ' ἑαυτήν → so even the Faith, if it does not have deeds, and is on its own, is dead | the Faith without works is dead
(big3_5) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ές [[sin porquería]], [[limpio]] πολίτης Ath.661d (var.). | |dgtxt=-ές [[sin porquería]], [[limpio]] πολίτης Ath.661d (var.). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀπινής]], -ές (Α)<br />ο [[καθαρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[πίνος]] «[[ακαθαρσία]], [[λέρα]]»]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:57, 29 September 2017
English (LSJ)
ές, (πίνος)
A without dirt, clean, Ath.14.661d.
German (Pape)
[Seite 291] ές (πίνος), ohne Schmutz, Ath. XIV, 661 d.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπῐνής: -ές, (πίνος) ὁ ἄνευ πίνου, ῥύπου, ὁ μὴ ῥυπαρός, ὁ καθαρός, Ἀθήν. 661D.
Spanish (DGE)
-ές sin porquería, limpio πολίτης Ath.661d (var.).
Greek Monolingual
ἀπινής, -ές (Α)
ο καθαρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + πίνος «ακαθαρσία, λέρα»].