σκόρπαινα: Difference between revisions
ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)
(6_9) |
(37) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σκόρπαινα''': ἡ, [[εἶδος]] ἰχθύος, «σκορπιδομάννα», Ἀθήν. 320F· θηλ. τοῦ [[σκορπίος]], κατὰ τὸν Εὐστ. 1129. 24, ἴδε Λοβεκ. Παθ. 279. | |lstext='''σκόρπαινα''': ἡ, [[εἶδος]] ἰχθύος, «σκορπιδομάννα», Ἀθήν. 320F· θηλ. τοῦ [[σκορπίος]], κατὰ τὸν Εὐστ. 1129. 24, ἴδε Λοβεκ. Παθ. 279. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] τελεόστεων ιχθύων της οικογένειας [[σκορπαινίδες]] της τάξης [[σκορπιονοειδείς]], στο οποίο ανήκουν η [[σκορπίνα]], ο [[σκορπιός]] κ.ά. ψάρια<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] ψαριού της ίδιας οικογένειας, διαφορετικό όμως από τον σκορπιό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκορπιός]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>αινα</i> (<b>πρβλ.</b> <i>σκί</i>-<i>αινα</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:29, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ, a kind of fish, Ath.7.320f; fem. of
A σκορπίος 11, acc. to Eust.1129.24.
German (Pape)
[Seite 904] ἡ, ein Fisch, von σκορπιός unterschieden, Ath. VII, 320 e.
Greek (Liddell-Scott)
σκόρπαινα: ἡ, εἶδος ἰχθύος, «σκορπιδομάννα», Ἀθήν. 320F· θηλ. τοῦ σκορπίος, κατὰ τὸν Εὐστ. 1129. 24, ἴδε Λοβεκ. Παθ. 279.
Greek Monolingual
η, ΝΑ
νεοελλ.
γένος τελεόστεων ιχθύων της οικογένειας σκορπαινίδες της τάξης σκορπιονοειδείς, στο οποίο ανήκουν η σκορπίνα, ο σκορπιός κ.ά. ψάρια
αρχ.
είδος ψαριού της ίδιας οικογένειας, διαφορετικό όμως από τον σκορπιό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκορπιός + επίθημα -αινα (πρβλ. σκί-αινα)].