φοινικός: Difference between revisions
ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world
(6_22) |
(45) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φοινικός''': Φοινικός, ή, όν, ἡμαρτ. γραφ. ἀντὶ [[φοινικοῦς]], [[Φοινικικός]]. | |lstext='''φοινικός''': Φοινικός, ή, όν, ἡμαρτ. γραφ. ἀντὶ [[φοινικοῦς]], [[Φοινικικός]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />[[φοινικικός]] (Ι).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φοινικικός]] (Ι), με [[απλολογία]] (για ανάλογο σχηματισμό <b>βλ.</b> και λ. [[Φοινίκη]])]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:54, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 1296] = φοινίκεος, sehr zw. Lesart bei Xen. Ag. 2, 7, wo jetzt richtiger φοινικᾶ steht, wie auch An. 1, 2,16 Cyr. 7, 1,2 u. sonst zu schreiben ist an allen Stellen, welche Wesseling Her. 6, 47 für die Form φοινικός beibringt.
Greek (Liddell-Scott)
φοινικός: Φοινικός, ή, όν, ἡμαρτ. γραφ. ἀντὶ φοινικοῦς, Φοινικικός.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α
φοινικικός (Ι).
[ΕΤΥΜΟΛ. < φοινικικός (Ι), με απλολογία (για ανάλογο σχηματισμό βλ. και λ. Φοινίκη)].