ὀκτακισχίλιοι: Difference between revisions
οὐχὶ σοῦσθ'; οὐκ ἐς κόρακας; οὐκ ἄπιτε; παῖε τῷ ξύλῳ → You will not go? The plague seize you! Will you not clear off? Hit them with your stick!
(28) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ες, -α (Α [[ὀκτακισχίλιοι]], -αι, -α, και δωρ. ὀκτακισχήλιοι, δωρ. θηλ. εν. ὀκτακισχιλίη)<br />[[οκτώ]] χιλιάδες («ἐτάσσοντο [[κέρας]] ἔχοντες τὸ εὐώνυμον [[ὀκτακισχίλιοι]]», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀκτάκις]] <span style="color: red;">+</span> [[χίλιοι]]. | |mltxt=-ες, -α (Α [[ὀκτακισχίλιοι]], -αι, -α, και δωρ. ὀκτακισχήλιοι, δωρ. θηλ. εν. ὀκτακισχιλίη)<br />[[οκτώ]] χιλιάδες («ἐτάσσοντο [[κέρας]] ἔχοντες τὸ εὐώνυμον [[ὀκτακισχίλιοι]]», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀκτάκις]] <span style="color: red;">+</span> [[χίλιοι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ὀκτᾰκισχίλιοι:''' [ῑ], -αι, -α, [[οκτώ]] χιλιάδες, σε Ηρόδ., Ξεν.· στον ενικ., <i>ἵπποςὀκτακισχιλίη</i>, αντί [[οχτώ]] χιλιάδες ιππείς, σε Ηρόδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:04, 30 December 2018
English (LSJ)
[ῑ], αι, α, Dor. ὀκτᾰκισχήλιοι Abh.Berl.Akad.1925(5).25 (Cyrene) :—
A eight thousand, Hdt.9.28, X.An.5.5.4, etc. : also in sg., ἵππος ὀκτακισχιλίη, for ὀκτακισχίλιοι ἱππεῖς, '8,000 horse', Hdt.7.85 ; so ὀ. ἀσπίς Id.5.30.
German (Pape)
[Seite 317] αι, α, achttausend; Her. 9, 28; Plat. Tim. 23 e u. Folgde; bei Collectivnamen auch im sing., ἵππος, ἀσπὶς ὀκτακισχιλίη, achttausend Mann zu Pferde, achttausend Schildträger, Her. 7, 85. 5, 30.
Greek (Liddell-Scott)
ὀκτᾰκισχίλιοι: [ῑ], -αι, -α, ὀκτὼ χιλιάδες, Ἡρόδ. 9. 28, Ξεν. Ἀν. 5. 5, 4, κτλ· ὡσαύτως ἐν τῷ ἑνικῷ ἵππος ὀκτακισχιλίη ἀντὶ ὀκτακισχίλιοι ἱππεῖς, Ἡρόδ. 7. 85· οὕτως, ὀκτ. ἀσπὶς 5. 30.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
huit mille ; au sg. collectif ὀκτακισχίλιος, α, ον (ἵππος, ἀσπίς, etc.) 8 000 chevaux, boucliers, càd 8 000 hommes à cheval, armés de boucliers, etc.
Étymologie: ὀκτάκις, χίλιοι.
Greek Monolingual
-ες, -α (Α ὀκτακισχίλιοι, -αι, -α, και δωρ. ὀκτακισχήλιοι, δωρ. θηλ. εν. ὀκτακισχιλίη)
οκτώ χιλιάδες («ἐτάσσοντο κέρας ἔχοντες τὸ εὐώνυμον ὀκτακισχίλιοι», Ξεν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτάκις + χίλιοι.
Greek Monotonic
ὀκτᾰκισχίλιοι: [ῑ], -αι, -α, οκτώ χιλιάδες, σε Ηρόδ., Ξεν.· στον ενικ., ἵπποςὀκτακισχιλίη, αντί οχτώ χιλιάδες ιππείς, σε Ηρόδ.