Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀπόπεμψις: Difference between revisions

From LSJ
Sophocles, Antigone, 781
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπόπεμψις]], η (Α)<br /><b>1.</b> η [[αποπομπή]]<br /><b>2.</b> το να επιστρέφει [[κανείς]] [[κάτι]]<br /><b>3.</b> το [[διαζύγιο]].
|mltxt=[[ἀπόπεμψις]], η (Α)<br /><b>1.</b> η [[αποπομπή]]<br /><b>2.</b> το να επιστρέφει [[κανείς]] [[κάτι]]<br /><b>3.</b> το [[διαζύγιο]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀπόπεμψις:''' -εως, ἡ,<br /><b class="num">1.</b> το να αποστέλλει [[κάποιος]] [[κάτι]] [[πίσω]], απόπεμψη, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[αποπομπή]], [[διαζύγιο]], σε Δημ.
}}
}}

Revision as of 21:48, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόπεμψις Medium diacritics: ἀπόπεμψις Low diacritics: απόπεμψις Capitals: ΑΠΟΠΕΜΨΙΣ
Transliteration A: apópempsis Transliteration B: apopempsis Transliteration C: apopempsis Beta Code: a)po/pemyis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A sending away, dispatching, τῶν κατασκόπων Hdt 7.148.    2 dismissal, divorcing, D.59.59; δίκη ἀποπέμψεως Lys. Fr.307S.

German (Pape)

[Seite 318] ἡ, Entlassung, Her. 7, 148; Verstoßung einer Frau, Dem. 59, 59.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόπεμψις: -εως, ἡ, τὸ πέμπειν ὀπίσω, μετὰ τὴν ἀπόπεμψιν τῶν κατασκόπων Ἡρόδ. 7. 148. 2) ἀποπομπή, ἀπόλυσις, διάζευξις, καὶ τὴν ἀπόπεμψιν τῆς ἀνθρώπου Δημ. 1365. 12, πρβλ. τὴν λέξ. ἀπόλειψις. 3) δίκη ἀποπέμψεως Λυσ. παρὰ Πολυδ. Η΄, 31.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
envoi.
Étymologie: ἀποπέμπω.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 despacho, envío τῶν κατασκόπων Hdt.7.148.
2 repudio, divorcio τῆς ἀνθρώπου D.59.59, (sc. δίκη) ἀποπέμψεως Lys.Fr.116Th.
3 conjuro, Tz.Comm.Ar.1.127.12.

Greek Monolingual

ἀπόπεμψις, η (Α)
1. η αποπομπή
2. το να επιστρέφει κανείς κάτι
3. το διαζύγιο.

Greek Monotonic

ἀπόπεμψις: -εως, ἡ,
1. το να αποστέλλει κάποιος κάτι πίσω, απόπεμψη, σε Ηρόδ.
2. αποπομπή, διαζύγιο, σε Δημ.