προηγεμών: Difference between revisions

From LSJ

Θάλασσα καὶ πῦρ καὶ γυνὴ τρίτον κακόν → Tria magna mala sunt: aequor, ignis, femina → Das dritte Übel ist nach Meer und Brand die Frau

Menander, Monostichoi, 231
(34)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-όνος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που προπορεύεται ως [[οδηγός]]<br /><b>2.</b> αυτός που εισάγει στα μυστήρια.
|mltxt=-όνος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που προπορεύεται ως [[οδηγός]]<br /><b>2.</b> αυτός που εισάγει στα μυστήρια.
}}
{{lsm
|lsmtext='''προηγεμών:''' -όνος, ὁ, αυτός που οδηγεί, καθοδηγεί ως [[αρχηγός]], [[ηγέτης]], σε Δημ.
}}
}}

Revision as of 01:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προηγεμών Medium diacritics: προηγεμών Low diacritics: προηγεμών Capitals: ΠΡΟΗΓΕΜΩΝ
Transliteration A: proēgemṓn Transliteration B: proēgemōn Transliteration C: proigemon Beta Code: prohgemw/n

English (LSJ)

όνος, ὁ,

   A one who goes before as a guide, Alciphr.3.36.    II instructor in the mysteries, D.18.260.

German (Pape)

[Seite 722] όνος, ὁ, vorangehender Führer, καὶ ἔξαρχος Dem. 18, 260.

Greek (Liddell-Scott)

προηγεμών: -όνος, ὁ προπορευόμενος ὡς ὁδηγός, Δημ. 313. 27.

French (Bailly abrégé)

όνος (ὁ) :
conducteur, chef.
Étymologie: πρό, ἡγεμών.

Greek Monolingual

-όνος, ὁ, Α
1. αυτός που προπορεύεται ως οδηγός
2. αυτός που εισάγει στα μυστήρια.

Greek Monotonic

προηγεμών: -όνος, ὁ, αυτός που οδηγεί, καθοδηγεί ως αρχηγός, ηγέτης, σε Δημ.