ἐξάγγελος: Difference between revisions
Δοὺς τῇ τύχῃ τὸ μικρὸν ἐκλήψῃ μέγα → Dans parva sorti recipies, quae magna sunt → Es zahlt das Glück dir kleinen Einsatz groß zurück
(2) |
m (Text replacement - "''' ὁ<b class="num">1)" to "''' ὁ<br /><b class="num">1)") |
||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἐξάγγελος:''' ὁ<b class="num">1)</b> вестник, гонец Plat.: ἐ. γίγνεται, ὡς … Thuc. он доносит, что …;<br /><b class="num">2)</b> рассказчик, излагатель (τῶν πράξεων Plut.);<br /><b class="num">3)</b> (в трагедиях) эксангел (действующее лицо, сообщавшее зрителям о происходящем непосредственно за сценой; тогда как [[ἄγγελος]] приносил вести издалека). | |elrutext='''ἐξάγγελος:''' ὁ<br /><b class="num">1)</b> вестник, гонец Plat.: ἐ. γίγνεται, ὡς … Thuc. он доносит, что …;<br /><b class="num">2)</b> рассказчик, излагатель (τῶν πράξεων Plut.);<br /><b class="num">3)</b> (в трагедиях) эксангел (действующее лицо, сообщавшее зрителям о происходящем непосредственно за сценой; тогда как [[ἄγγελος]] приносил вести издалека). | ||
}} | }} |
Revision as of 20:59, 4 January 2019
English (LSJ)
ὁ, ἡ,
A messenger who brings out news from within: hence, one who betrays a secret, informer, ἐ. γίγνεται ὡς . . Th.8.51; ἐ. γίγνεσθαί τινος Pl.Lg.964e, etc. II on the Greek stage, messenger who told what was doing in the house or behind the scenes (opp. ἄγγελος, who told news from a distance); first used by Aeschylus, Philostr.VS1.9.
German (Pape)
[Seite 861] ὁ, ein Bote, der außen verkündigt, was im Hause geschehen ist, bes. auf dem Theater, der das erzählt, was den Blicken der Zuschauer entzogen wird, wie z. B. einen Mord, Soph. Ant. O. R.; vgl. Schol. Eur. Hipp. 778. – Uebh. Bote, der Etwas meldet, Thuc. 8, 51; γίγνεσθαί τινί τινος, Jem. Etwas melden, Plat. Legg. XII, 964 e; Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξάγγελος: ὁ, ἡ, ὁ ἐξαγγέλλων, ὁ γνωστοποιῶν μυστικόν, μηνυτής, ἐξάγγελος γίγνεται ὡς οἱ πολέμιοι μέλλουσιν... ἐπιθήσεσθαι Θουκ. 8. 51· ἐξ. γίγνεσθαι περί τινος Πλάτ. Νόμοι 964Ε, κτλ. ΙΙ. ἐπὶ τῆς Ἑλληνικῆς σκηνῆς οἱ μὲν ἄγγελοι ἐκόμιζον ἀγγελίας μακρόθεν, οἱ δὲ ἐξάγγελοι ἐξήγγελλον τὰ συμβαίνοντα ὄπισθεν τῆς σκηνῆς, ὡς ἐν Σοφ. Ο. Τ. 1223, Ἀντ. 1278. Λέγεται δὲ ὅτι πρῶτος ὁ Αἰσχύλος μετεχειρίσθη ἐξάγγελον, Valck. Εἰς Εὐρ. Ἱππ. 776.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
1 messager qui vient de l’intérieur, càd qui raconte ce qui se passe dans la maison ou derrière la scène;
2 messager qui apporte des nouvelles du dehors ou qui vient révéler un secret.
Étymologie: ἐξ, ἄγγελος.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ 1 descubridor o informador de secretos estratégicos αὐτὸς προφθάσας τῷ στρατεύματι ἐ. γίγνεται ὡς οἱ πολέμιοι ... él mismo anticipándose se presenta al ejército como informador de que los enemigos ... Th.8.51, c. gen. obj. ἐξαγγέλους γίγνεσθαι πάντων τῶν κατὰ πόλιν Pl.Lg.964e, οἱ συγγράφοντες ἐξάγγελοί τινές εἰσι τῶν πραξέων ref. a los historiadores, Plu.2.347d.
2 anunciador, nuncio κακῶν ἐ. ἔργων del sueño, Orph.H.86.14.
3 mensajero, el que anuncia a los de fuera lo que ocurre dentro, equiparado a διάγγελος Ammon.Diff.3, cf. Hsch., Exc.Vat.4
•esp. en el teatro mensajero que anuncia al coro lo que sucede dentro de la escena S.Ant.1277, OT 1222, ἄγγελοι καὶ ἐξάγγελοι Philostr.VS 492, ἄγγελος καὶ ἐ. καὶ σκοπός Anon.Trag.3, del papel de la nodriza de Hipólito, Sch.E.Hipp.776.
Greek Monolingual
ο (AM ἐξάγγελος)
αυτός που αναγγέλλει, που ανακοινώνει κάτι, ο αγγελιαφόρος, ο διαγγελέας
1. αυτός που διηγείται στους ηθοποιούς που βρίσκονται στη σκηνή, και επομένως και στους θεατές, όσα συμβαίνουν ή συνέβησαν μέσα στο ανάκτορο ή στον οίκο, πίσω από τη σκηνή
αντίθετα, ο άγγελος φέρνει αγγελίες από μακριά
2. αυτός που αναγγέλλει, γνωστοποιεί κάτι στους έξω, στους ξένους, προδίδει μυστικά, καταδότης, προδότης, κατάσκοπος.
Greek Monotonic
ἐξάγγελος: ὁ, ἡ,
I. αγγελιαφόρος που μεταφέρει ειδήσεις, νέα, εσωτερικά μυστικά, πληροφοριοδότης, σε Θουκ. κ.λπ.
II. στο θέατρο, οι ἄγγελοι μετέφεραν ειδήσεις από μακριά, ενώ οι ἐξάγγελοι ανέφεραν όσα γίνονταν πίσω από τη σκηνή, όπως σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
ἐξάγγελος: ὁ
1) вестник, гонец Plat.: ἐ. γίγνεται, ὡς … Thuc. он доносит, что …;
2) рассказчик, излагатель (τῶν πράξεων Plut.);
3) (в трагедиях) эксангел (действующее лицо, сообщавшее зрителям о происходящем непосредственно за сценой; тогда как ἄγγελος приносил вести издалека).