ἀναλάζομαι: Difference between revisions

From LSJ

τίς δ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται → who knows if life is death, and if in the underworld death is considered life

Source
(2)
(1a)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀναλάζομαι:''' αποθ., μόνο στον ενεστ., [[αναλαμβάνω]], σε Μόσχ.
|lsmtext='''ἀναλάζομαι:''' αποθ., μόνο στον ενεστ., [[αναλαμβάνω]], σε Μόσχ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />Dep. only in pres., to [[take]] [[again]], Mosch.
}}
}}

Revision as of 15:55, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναλάζομαι Medium diacritics: ἀναλάζομαι Low diacritics: αναλάζομαι Capitals: ΑΝΑΛΑΖΟΜΑΙ
Transliteration A: analázomai Transliteration B: analazomai Transliteration C: analazomai Beta Code: a)nala/zomai

English (LSJ)

   A take again, μορφήν Mosch.2.163.

German (Pape)

[Seite 195] wieder annehmen, μορφήν Mosch. 2, 159.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναλάζομαι: ἀποθ., ἀναλαμβάνω, λαμβάνω πάλιν, Ζεὺς δὲ πάλιν σφετέρην ἀνελάζετο μορφὴν Μόσχ. 2. 159 (163).

French (Bailly abrégé)

reprendre.
Étymologie: ἀνά, λάζομαι.

Spanish (DGE)

tomar de nuevo Ζεὺς δὲ πάλιν σφετέρην ἀνελάζετο μορφήν Mosch.2.163.

Greek Monotonic

ἀναλάζομαι: αποθ., μόνο στον ενεστ., αναλαμβάνω, σε Μόσχ.

Middle Liddell


Dep. only in pres., to take again, Mosch.