ἐπιγναμπτός: Difference between revisions

From LSJ

ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον· φύντα δ' ὅμως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι → First, it is best for mortals to not be born. If born, to pass through Hades' gates as soon as possible.

Source
(2)
(1ab)
Line 24: Line 24:
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἐπιγναμπτός:''' изогнутый, витой ([[ἕλιξ]] HH).
|elrutext='''ἐπιγναμπτός:''' изогнутый, витой ([[ἕλιξ]] HH).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἐπιγναμπτός]], ή, όν<br />[[curved]], [[twisted]], Hhymn. [from [[ἐπιγνάμπτω]]
}}
}}

Revision as of 22:15, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιγναμπτός Medium diacritics: ἐπιγναμπτός Low diacritics: επιγναμπτός Capitals: ΕΠΙΓΝΑΜΠΤΟΣ
Transliteration A: epignamptós Transliteration B: epignamptos Transliteration C: epignamptos Beta Code: e)pignampto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A curved, twisted, ἕλικες h.Ven.87.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιγναμπτός: -ή, -όν, κεκαμμένος, συνεστραμμένος, εἶχε δὲ ἐπιγναμπτὰς ἕλικας Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀφροδ. 87.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
recourbé.
Étymologie: ἐπιγνάμπτω.

Greek Monolingual

ἐπιγναμπτός, -ή, -όν (Α) επιγνάμπτω
λυγισμένος, στριφογυρισμένος.

Greek Monotonic

ἐπιγναμπτός: -ή, -όν, κυρτός, στριφτός, στριφογυριστός, σε Ύμν. Όμηρ.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιγναμπτός: изогнутый, витой (ἕλιξ HH).

Middle Liddell

ἐπιγναμπτός, ή, όν
curved, twisted, Hhymn. [from ἐπιγνάμπτω