βιβλιογραφία: Difference between revisions
καλῶς δρῶν ἐξαμαρτεῖν μᾶλλον ἢ νικᾶν κακῶς → I would prefer to fail with honor than to win by evil | I prefer to fail by acting rightly rather than win by acting wrongly | Better fail by doing right, than win by doing wrong (Sophocles, Philoctetes 95)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=vivliografia | |Transliteration C=vivliografia | ||
|Beta Code=bibliografi/a | |Beta Code=bibliografi/a | ||
|Definition=ἡ, <span class="sense" | |Definition=ἡ, <span class="sense"> <span class="bld">A</span> [[writing of books]], Dsc.1.85, <span class="bibl">D.L.7.36</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 14:45, 10 December 2020
English (LSJ)
ἡ, A writing of books, Dsc.1.85, D.L.7.36.
German (Pape)
[Seite 444] ἡ, das Bücherschreiben, D. I. 7, 36.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ escritura de libros Dsc.1.85, D.L.7.36.
Greek Monolingual
η (AM βιβλιογραφία)
νεοελλ.
1. η αναγραφή, ο καταρτισμός πίνακα βιβλίων ή πραγματειών με το όνομα του συγγραφέα, τον τίτλο, τον τόπο και τον χρόνο της έκδοσης
2. κατάλογος βιβλίων
3. το σύνολο των βιβλίων και πραγματειών που αναφέρονται σε κάποιο θέμα
αρχ.-μσν.
γραφή ή αντιγραφή βιβλίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλιογράφος. Η λ. εισήχθη και στην ξένη ορολογία
πρβλ. αγγλ. bibliography, γαλλ. bibliographie, γερμ. Bibliographie].
Russian (Dvoretsky)
βιβλιογρᾰφία: ἡ писание или переписка книг Diog. L.