Ἐρξίης: Difference between revisions
οἴνῳ τὸν οἶνον ἐξελαύνειν → chase out the wine with wine, take a hair of the dog that bit you, try to drive out the wine with wine
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=Erksiis | |Transliteration C=Erksiis | ||
|Beta Code=*)erci/hs | |Beta Code=*)erci/hs | ||
|Definition=or [[Ἐρξείης]], ὁ, Greek equivalent of [[Darius]], either <span class="sense"> | |Definition=or [[Ἐρξείης]], ὁ, Greek equivalent of [[Darius]], either <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[doer]] (cf. [[ἐρξίας]], ὁ πρακτικός <span class="bibl"><span class="title">EM</span>376.52</span>) or [[restrainer]] ([[εἵργω]]), <span class="bibl">Hdt.6.98</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 11:30, 1 January 2021
English (LSJ)
or Ἐρξείης, ὁ, Greek equivalent of Darius, either A doer (cf. ἐρξίας, ὁ πρακτικός EM376.52) or restrainer (εἵργω), Hdt.6.98.
Greek (Liddell-Scott)
Ἐρξείης: ἢ Ἐρξίης, ὁ, ἐν Ἠροδ. 6. 98, ὡς μετάφρασις τοῦ Περσικοῦ ὀνόματος Δαρεῖος (ὅ ἴδε)· κατά τινας ἐκ τοῦ *ἔργω, ἔρδω, ὁ ἐργαζόμενος, ὁ πλάττων τι: ἄλλοι ἐκ τοῦ ἔργω, εἴργω, Λατιν. coercitor. Ἐρξίη ἀπαντᾶ ἔν τινι στίχῳ παρ’ Ἡφαιστ. 34. 5. Πρβλ. Μέγα Ἐτυμ. 376. 52.
French (Bailly abrégé)
ou Ἐρξείης:;
ου (ὁ) :
actif, puissant (traduct. grecque du n. persan de Darius).
Étymologie: ἔργω ; sel. d’autres, εἵργω.
Greek Monotonic
Ἐρξείης: ή Ἐρξίης, ὁ, στον Ηρόδ., ως μετάφραση, απόδοση του περσικού ονόματος Δαρείος (είτε από το *ἔργω, ἔρδω, εργάτης, δράστης· ή από το ἔργω, εἵργω, Λατ. coercitor).
Russian (Dvoretsky)
Ἐρξείης: и Ἐρξίης ὁ ἔργω могущественный, могучий, по друг. εἵργω укротитель, покоритель (греч. значение персидского имени Δαρεῖος = Darayavahush Her.).
Middle Liddell
[from ἔργω, ἔρδω or ἔργω, εἴργω
in Hdt., as a translation of the Persian name Darius: either from ἔργω, ἔρδω the worker, doer; or from ἔργω, εἴργω, Lat. coercitor
German (Pape)
[Seite 1033] od. ἑρξίης, ὁ, Her. 6, 98 δύναται κατὰ Ἑλλάδα γλῶσσαν Δαρεῖος ἑρξίης, entweder von ἔρδω ἄργω, der Thatkräftige (nach E. M. für ῥεξίας, ὁ πρακτικός), od. von εἴργω, der Zurückhaltende.