συμμειγνύω: Difference between revisions

From LSJ

ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world

Source
(39)
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=συμμειγνύω
|Medium diacritics=συμμειγνύω
|Low diacritics=συμμειγνύω
|Capitals=ΣΥΜΜΕΙΓΝΥΩ
|Transliteration A=symmeignýō
|Transliteration B=symmeignyō
|Transliteration C=symmeignyo
|Beta Code=summeignu/w
|Definition=v. [[συμμείγνυμι]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]].
|mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]].

Revision as of 10:50, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμμειγνύω Medium diacritics: συμμειγνύω Low diacritics: συμμειγνύω Capitals: ΣΥΜΜΕΙΓΝΥΩ
Transliteration A: symmeignýō Transliteration B: symmeignyō Transliteration C: symmeignyo Beta Code: summeignu/w

English (LSJ)

v. συμμείγνυμι.

Greek Monolingual

ΝΜΑ, και συμμείγνυμι και επικ. και ιων. και αττ. τ. συμμίσγω Α
βλ. συμμιγνύω.

Greek Monolingual

ΝΜΑ, και συμμείγνυμι και επικ. και ιων. και αττ. τ. συμμίσγω Α
βλ. συμμιγνύω.