μηδαμός: Difference between revisions
Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato
m (Text replacement - "οῑσι" to "οῖσι") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=midamos | |Transliteration C=midamos | ||
|Beta Code=mhdamo/s | |Beta Code=mhdamo/s | ||
|Definition=ή, όν, for <b class="b3">μηδὲ ἁμός</b>, | |Definition=ή, όν, for <b class="b3">μηδὲ ἁμός</b>, [[not even one]], i.e. [[not any one]], [[no one]], only in plural [[μηδαμοί]], [[none]], <span class="bibl">Hdt.1.143</span>, <span class="bibl">144</span>, <span class="bibl">2.91</span>, etc.: for neut. pl. v. [[μηδαμά]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 04:15, 24 August 2022
English (LSJ)
ή, όν, for μηδὲ ἁμός, not even one, i.e. not any one, no one, only in plural μηδαμοί, none, Hdt.1.143, 144, 2.91, etc.: for neut. pl. v. μηδαμά.
German (Pape)
[Seite 169] ή, όν, statt μηδὲ ἀμός, ouch nicht Einer, Her., nur im plur., 1, 143. 2, 91. 4, 1368vgl. oben μηδαμῆ).
Greek (Liddell-Scott)
μηδᾰμός: ἢ, ὅν, ἀντὶ μηδὲ ἁμός, μηδὲ εἷς, «κανείς», ὡς τὸ μηδείς, ἐν χρήσει μόνον ἐν τῷ πληθ. μηδαμοί, καὶ μόνον παρ’ Ἴωσιν, ὡς Ἡρόδ. 1. 143, 144, κτλ.· πρβλ. οὐδαμός.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
aucun, nul.
Étymologie: μηδέ, ἀμός.
Greek Monolingual
μηδαμός, -ή, -όν (Α)
(ιων. τ. μόνο στον πληθ.) ούτε ένας, κανένας («ἐβουλεύσαντο δὲ αὐτοῦ μεταδοῦν
αι μηδαμοῖσι ἄλλοισι Ἰώνων», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. <μηδέ + ἁμός, δωρ. τ. του ἐμός (πρβλ. ουδαμός)].
Greek Monotonic
μηδαμός: -ή, -όν αντί μηδὲ ἀμός, μόνο στον πληθ. μηδαμοί (στους Ίων. συγγραφείς), κανένας, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
μηδᾰμός: (только pl.) ни один, никакой, никто: μηδαμοῖσι ἄλλοισι Ἰώνων Her. никому из прочих ионян; μηδαμοὺς τῶν Δωριέων Her. никого из дорян.
Middle Liddell
μηδᾰμός, ή, όν
for μηδὲ ἀμός, only in plural μηδαμοί (in ionic writers), none, Hdt.