αὐτόσε: Difference between revisions

From LSJ

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=adv. [[aquí]], [[ahí]], [[allí mismo]] según contexto<br /><b class="num">1</b> c. mov. hacia ἀπιέναι Hdt.3.124, KI. κατάβηθι [[δεῦρο]]. Μυ. ἐγὼ μὲν αὐτόσ' οὔ CI. baja aquí ... MI. yo ahí no</i> Ar.<i>Lys</i>.873, ἐλθεῖν Ar.<i>Th</i>.202, ἵνα ... αὐ. αὐτομολῶσι para que deserten allí mismo</i> Th.7.26, σφενδόνῃ οὐκ ἂν ἐφικοίμην αὐτόσ' Antiph.55.20, συνεληλυθότες δ' ἦσαν αὐ. καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ κτήνη πολλά X.<i>An</i>.4.7.2, ὠθεῖ κῦμα ναστῶν καὶ κρεῶν ἑφθῶν τε βατίδων εἰλυομένων αὐ. Metag.6.4.<br /><b class="num">2</b> sin idea de mov. αὐ. ἀπετέλουν ἱερά Pl.<i>Criti</i>.116c, σκυτοτόμον αὐ. προσθήσομεν Pl.<i>R</i>.369d, cf. <i>Men</i>.73d, ἀλλὰ καὶ νοσοῦντες ἂν ἴδοις αὐ. καὶ ἀναπήρους Eus.<i>PE</i> 4.2.5, παρῆν αὐ. Agath.3.2.4.
|dgtxt=adv. [[aquí]], [[ahí]], [[allí mismo]] según contexto<br /><b class="num">1</b> c. mov. hacia ἀπιέναι Hdt.3.124, KI. κατάβηθι [[δεῦρο]]. Μυ. ἐγὼ μὲν αὐτόσ' οὔ CI. baja aquí ... MI. yo ahí no</i> Ar.<i>Lys</i>.873, ἐλθεῖν Ar.<i>Th</i>.202, ἵνα ... αὐ. αὐτομολῶσι para que deserten allí mismo</i> Th.7.26, σφενδόνῃ οὐκ ἂν ἐφικοίμην αὐτόσ' Antiph.55.20, συνεληλυθότες δ' ἦσαν αὐ. καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ κτήνη πολλά X.<i>An</i>.4.7.2, ὠθεῖ κῦμα ναστῶν καὶ κρεῶν ἑφθῶν τε βατίδων εἰλυομένων αὐ. Metag.6.4.<br /><b class="num">2</b> sin idea de mov. αὐ. ἀπετέλουν ἱερά Pl.<i>Criti</i>.116c, σκυτοτόμον αὐ. προσθήσομεν Pl.<i>R</i>.369d, cf. <i>Men</i>.73d, ἀλλὰ καὶ νοσοῦντες ἂν ἴδοις αὐ. καὶ ἀναπήρους Eus.<i>PE</i> 4.2.5, παρῆν αὐ. Agath.3.2.4.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />là même, ici même <i>avec mouv.</i><br />'''Étymologie:''' [[αὐτός]], -[[σε]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''αὐτόσε''': ἐπίρρ. ([[αὐτοῦ]]) εἰς αὐτὸ τὸ [[μέρος]], εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν θέσιν, στέλλεσθαι Ἡρόδ. 3. 124· καταβαίνειν Ἀριστοφ. Λυσ. 873· αὐτομολεῖν Θουκ. 7. 26, κτλ.· ἀλλ’ ἐγὼ μὲν σφενδόνῃ οὐκ ἄν ἐφικοίμην αὐτόσ’ Ἀντιφάν. ἐν «Ἀφροδίτης γοναῖς» 1. 19.
|lstext='''αὐτόσε''': ἐπίρρ. ([[αὐτοῦ]]) εἰς αὐτὸ τὸ [[μέρος]], εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν θέσιν, στέλλεσθαι Ἡρόδ. 3. 124· καταβαίνειν Ἀριστοφ. Λυσ. 873· αὐτομολεῖν Θουκ. 7. 26, κτλ.· ἀλλ’ ἐγὼ μὲν σφενδόνῃ οὐκ ἄν ἐφικοίμην αὐτόσ’ Ἀντιφάν. ἐν «Ἀφροδίτης γοναῖς» 1. 19.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />là même, ici même <i>avec mouv.</i><br />'''Étymologie:''' [[αὐτός]], -[[σε]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 19:15, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐτόσε Medium diacritics: αὐτόσε Low diacritics: αυτόσε Capitals: ΑΥΤΟΣΕ
Transliteration A: autóse Transliteration B: autose Transliteration C: aftose Beta Code: au)to/se

English (LSJ)

Adv. thither, to the very place, ἀπιέναι v.l. in Hdt.3.124; καταβαίνειν Ar.Lys.873; αὐτομολεῖν Th.7.26, etc.; σφενδόνῃ οὐκ ἂν ἐφικοίμην αὐτόσ' Antiph.55.20.

Spanish (DGE)

adv. aquí, ahí, allí mismo según contexto
1 c. mov. hacia ἀπιέναι Hdt.3.124, KI. κατάβηθι δεῦρο. Μυ. ἐγὼ μὲν αὐτόσ' οὔ CI. baja aquí ... MI. yo ahí no Ar.Lys.873, ἐλθεῖν Ar.Th.202, ἵνα ... αὐ. αὐτομολῶσι para que deserten allí mismo Th.7.26, σφενδόνῃ οὐκ ἂν ἐφικοίμην αὐτόσ' Antiph.55.20, συνεληλυθότες δ' ἦσαν αὐ. καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ κτήνη πολλά X.An.4.7.2, ὠθεῖ κῦμα ναστῶν καὶ κρεῶν ἑφθῶν τε βατίδων εἰλυομένων αὐ. Metag.6.4.
2 sin idea de mov. αὐ. ἀπετέλουν ἱερά Pl.Criti.116c, σκυτοτόμον αὐ. προσθήσομεν Pl.R.369d, cf. Men.73d, ἀλλὰ καὶ νοσοῦντες ἂν ἴδοις αὐ. καὶ ἀναπήρους Eus.PE 4.2.5, παρῆν αὐ. Agath.3.2.4.

French (Bailly abrégé)

adv.
là même, ici même avec mouv.
Étymologie: αὐτός, -σε.

Greek (Liddell-Scott)

αὐτόσε: ἐπίρρ. (αὐτοῦ) εἰς αὐτὸ τὸ μέρος, εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν θέσιν, στέλλεσθαι Ἡρόδ. 3. 124· καταβαίνειν Ἀριστοφ. Λυσ. 873· αὐτομολεῖν Θουκ. 7. 26, κτλ.· ἀλλ’ ἐγὼ μὲν σφενδόνῃ οὐκ ἄν ἐφικοίμην αὐτόσ’ Ἀντιφάν. ἐν «Ἀφροδίτης γοναῖς» 1. 19.

Greek Monolingual

αὐτόσε επίρρ. (AM) αυτός
(με ρήματα που δηλώνουν κίνηση) σ' αυτό το μέρος, σ' αυτή τη θέση.

Greek Monotonic

αὐτόσε: επίρρ. (αὐτοῦ), προς τα εκεί, σε αυτό το μέρος, στο ίδιο μέρος, Λατ. illuc, σε Ηρόδ., Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

αὐτόσε: adv. туда же, именно туда Her., Thuc., Arph.

Middle Liddell

αὐτοῦ
thither, to the very place, Lat. illuc, Hdt., Thuc.

English (Woodhouse)

to the spot, to the very spot

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)