Κυάνεαι: Difference between revisions
οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εῶν ([[αἱ]]) :<br /><i>s.e.</i> πέτραι;<br />les Cyanées, <i>litt.</i> les Roches noires <i>ou</i> d'un bleu sombre, <i>à l'entrée de l'Hellespont</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κύανος]]. | |btext=εῶν ([[αἱ]]) :<br /><i>s.e.</i> πέτραι;<br />les Cyanées, <i>litt.</i> les Roches noires <i>ou</i> d'un bleu sombre, <i>à l'entrée de l'Hellespont</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κύανος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Κυάνεαι:''' εῶν (ᾰν) αἱ (sc. πέτραι) (тж. Συμπληγάδες, Συνδρομάδες, [[Πλαγκταί]]) Кианеи, «[[Темные скалы]]» (две подвижные скалы у входа в Понт Эвксинский, которые, по преданию, сталкиваясь, разбивали все, что пыталось пройти между ними; когда кораблю Арго удалось проскользнуть между ними, они навсегда остановились) Her., Soph., Eur. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Κυάνεαι:''' (νήσοι ή πέτραι), αἱ, γεν. <i>Κυανεῶν</i>· οι Σκοτεινές Πέτρες, νησιά στην είσοδο του Εύξεινου, σε Ηρόδ.· μυθικά, υποτίθεται πως έκλειναν και συνέτριβαν τα διερχόμενα πλοία, απ' όπου και ονομάστηκαν [[Συμπληγάδες]]· η [[θάλασσα]] που υπήρχε κοντά ήταν τα <i>Κυάνεα πελάγη</i>, σε Σοφ. (<i>ῡ</i> [[χάριν]] μέτρου στο Σοφ.). | |lsmtext='''Κυάνεαι:''' (νήσοι ή πέτραι), αἱ, γεν. <i>Κυανεῶν</i>· οι Σκοτεινές Πέτρες, νησιά στην είσοδο του Εύξεινου, σε Ηρόδ.· μυθικά, υποτίθεται πως έκλειναν και συνέτριβαν τα διερχόμενα πλοία, απ' όπου και ονομάστηκαν [[Συμπληγάδες]]· η [[θάλασσα]] που υπήρχε κοντά ήταν τα <i>Κυάνεα πελάγη</i>, σε Σοφ. (<i>ῡ</i> [[χάριν]] μέτρου στο Σοφ.). | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=<br />Κ. νῆσοι or πέτραι, αἱ, [[dark]] rocks, two islands at the [[entrance]] of the Euxine, Hdt.; —mythically supposed to [[close]] and [[crush]] [[passing]] ships, [[hence]] called Συμπληγάδες; the sea near [[being]] Κυάνεα πελάγη, Soph. [ῡ metri grat. in Soph.] | |mdlsjtxt=<br />Κ. νῆσοι or πέτραι, αἱ, [[dark]] rocks, two islands at the [[entrance]] of the Euxine, Hdt.; —mythically supposed to [[close]] and [[crush]] [[passing]] ships, [[hence]] called Συμπληγάδες; the sea near [[being]] Κυάνεα πελάγη, Soph. [ῡ metri grat. in Soph.] | ||
}} | }} |
Revision as of 12:20, 3 October 2022
English (LSJ)
(νῆσοι or πέτραι), αἱ, Dark-rocks, two small islands at the entrance of the Euxine, Hdt.4.85, D.19.273, Str.7.6.1, cf. Συμπληγάδες: Κυάνεα πελάγη, of the adjacent sea, is f.l. in S.Ant.966. [ῡ, metri gr., S. l. c.]
French (Bailly abrégé)
εῶν (αἱ) :
s.e. πέτραι;
les Cyanées, litt. les Roches noires ou d'un bleu sombre, à l'entrée de l'Hellespont.
Étymologie: κύανος.
Russian (Dvoretsky)
Κυάνεαι: εῶν (ᾰν) αἱ (sc. πέτραι) (тж. Συμπληγάδες, Συνδρομάδες, Πλαγκταί) Кианеи, «Темные скалы» (две подвижные скалы у входа в Понт Эвксинский, которые, по преданию, сталкиваясь, разбивали все, что пыталось пройти между ними; когда кораблю Арго удалось проскользнуть между ними, они навсегда остановились) Her., Soph., Eur.
Greek (Liddell-Scott)
Κυάνεαι: (νῆσοι ἢ πέτραι), αἱ, γεν. Κυανεῶν, οὐχὶ Κυανέων, Δινδ. Δημ. 429. 1· ― σκοτειναὶ πέτραι, δύο μικραὶ νῆσοι κατὰ τὴν εἴσοδον τοῦ Εὐξείνου, Ἡρόδ. 4. 85, Στράβ. 319· μυθολογούμεναι ὅτι συνεκλείοντο καὶ συνέτριβον διερχόμενα πλοῖα, ὅθεν ἐκαλοῦντο καὶ Συμπληγάδες, Συνδρομάδες, Πλαγκταί, κτλ.· ἡ δὲ πλησίον θάλασσα ἐκαλεῖτο Κυάνεα πελάγη, Σοφ. Ἀντ. 966. ῡ χάριν τοῦ μέτρου, παρὰ Σοφ. ἔνθ’ ἀνωτ..
Greek Monolingual
Κυάνεαι, -ῶν και -έων, αἱ (Α)
βλ. κυάνεος.
Greek Monotonic
Κυάνεαι: (νήσοι ή πέτραι), αἱ, γεν. Κυανεῶν· οι Σκοτεινές Πέτρες, νησιά στην είσοδο του Εύξεινου, σε Ηρόδ.· μυθικά, υποτίθεται πως έκλειναν και συνέτριβαν τα διερχόμενα πλοία, απ' όπου και ονομάστηκαν Συμπληγάδες· η θάλασσα που υπήρχε κοντά ήταν τα Κυάνεα πελάγη, σε Σοφ. (ῡ χάριν μέτρου στο Σοφ.).
Middle Liddell
Κ. νῆσοι or πέτραι, αἱ, dark rocks, two islands at the entrance of the Euxine, Hdt.; —mythically supposed to close and crush passing ships, hence called Συμπληγάδες; the sea near being Κυάνεα πελάγη, Soph. [ῡ metri grat. in Soph.]