ἀποκάθαρσις: Difference between revisions
τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς → why do you look at the speck of sawdust in your brother's eye and pay no attention to the plank in your own eye | and why beholdest thou the mote that is in thy brother's eye, but considerest not the beam that is in thine own eye | why do you see the speck that is in your brother's eye, but don't consider the beam that is in your own eye
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)\.<br" to "$1 $2.<br") |
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἀποκάθαρσις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1</b> [[выделение]], [[секреция]] (χολῆς Thuc.; σπέρματος Arst.);<br /><b class="num">2</b> [[отбросы]], [[шлак]] (sc. τοῦ σιδήρου Arst.);<br /><b class="num">3</b> [[очистка]] (τοῦ πυροῦ Plut.);<br /><b class="num">4</b> [[очищение]], [[искупление]] (διά τινος Plut.). | |elrutext='''ἀποκάθαρσις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1</b> [[выделение]], [[секреция]] (χολῆς Thuc.; σπέρματος Arst.);<br /><b class="num">2</b> [[отбросы]], [[шлак]] (''[[sc.]]'' τοῦ σιδήρου Arst.);<br /><b class="num">3</b> [[очистка]] (τοῦ πυροῦ Plut.);<br /><b class="num">4</b> [[очищение]], [[искупление]] (διά τινος Plut.). | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 11:38, 30 November 2022
English (LSJ)
εως, ἡ, A purging: hence, of dross, Arist.Mete.383b4, cf. Str.4.2.1; of animal secretions, Arist.GA726a13, cf. HA587b1; ἀποκαθάρσεις χολῆς Th.2.49. 2 cleansing, πνεύματος Gp.12.22.11; sifting of grain, PRev.Laws 39.10 (iii B.C.), PLond.ined.2361r (iii B.C.). II lustration, expiation, Plu.Rom.21, Iamb.Comm.Math.15; νείκους Hierocl.in CA24p.473M.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
I n. concr. impureza ἔστιν δ' ἀμείνων σίδηρος ὁ ἐλάττω ἔχων ἀποκάθαρσιν Arist.Mete.383b4.
II n. de acción
1 medic. purgación, acción de purgar administrada por el médico, Hp.Epid.5.20, ἀ. ἐς τὴν κοιλίην purgación por el vientre Hp.Morb.4.37
•espontánea, de líquidos después del parto, Arist.HA 587b1, de líquidos que se mezclan con el esperma, Arist.GA 726a13, ἀ. χολῆς evacuación de bilis Th.2.49, πνεύματος ἀ. expulsión de ventosidad, Gp.12.22.11
•menstruación εἰκὸς ... τὸ σῶμα (τῶν γυναικῶν) ... ἐπὶ τὰς ἀπο<καθάρσεις> πολύπορον γεγονέναι Plu.2.650c.
2 limpieza, acción de limpiar τὴν διὰ τοῦ γάλακτος ἀποκάθαρσιν de una mancha de sangre, Plu.Rom.21
•del grano criba, PRev.Laws 39.10 (III a.C.), cf. Plu.2.51a, Wilcken Chr.1.198.19 (III a.C.)
•del oro lavado χρυσίου πλάκες ... μικρᾶς ἀποκαθάρσεως δεόμεναι Str.4.2.1.
3 en sent. relig. expiación ἀ. τοῦ μαινομένου νείκους expiación de la discordia furiosa Hierocl.in CA 24.19, οἱ δὲ κτείναντες (τὸν Σωκράτην) τῆς μετανοίας ἀποκάθαρσιν οὐχ εὗρον X.Ep.1.
4 fig. liberación de la atadura del cuerpo, Iambl.Comm.Math.15
•en sent. relig. purificación abs., Clem.Al.Strom.7.12.76, c. gen. τῆς ἑκάστου ἀποκαθάρσεως después de la muerte, Clem.Al.Strom.6.14.109, τὸ μαρτύριον ἀποκάθαρσιν εἶναι ἁμαρτιῶν Clem.Al.Strom.4.9.74, τὴν ἁπάσης ὁμοῦ κακίας δι' ἐναρέτου καὶ θείας ζωῆς ἀποκάθαρσιν Dion.Ar.EH M.3.397B.
German (Pape)
[Seite 305] ἡ, die Reinigung, das Abwischen, Plut. Rom. 21; Absonderung, χολῆς Thuc. 2, 49; Sühnung, Xen. Ep. 1, 7; Plut.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 sécrétion;
2 purification.
Étymologie: ἀποκαθαίρω.
Russian (Dvoretsky)
ἀποκάθαρσις: εως ἡ
1 выделение, секреция (χολῆς Thuc.; σπέρματος Arst.);
2 отбросы, шлак (sc. τοῦ σιδήρου Arst.);
3 очистка (τοῦ πυροῦ Plut.);
4 очищение, искупление (διά τινος Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκάθαρσις: -εως, ἡ, τὸ ἀπὸ μετάλλου ἀποχωριζόμενον διὰ τοῦ καθαρισμοῦ, κόνις, σκωρία, ἔστι δ’ ἀμείνων σίδηρος ὁ ἐλάττω ἔχων ἀποκάθαρσιν Ἀριστ. Μετεωρ. 4. 6, 10· ἐπὶ ζωϊκῆς ἐκκρίσεως, ὁ αὐτ. Γεν. Ζ. 1. 18, 6. Ἱστ. Ζ. 7. 10, 6· ἀποκαθάρσεις χολής Θουκ. 2, 49. ΙΙ. κάθαρσις, καθαρμός, ἐξιλέωσις, Πλουτ. Ρωμ. 21.
Greek Monotonic
ἀποκάθαρσις: -εως, ἡ,
I. καθαρισμός, καθάρισμα, σε Θουκ.
II. καθαρμός, εξαγνισμός, εξιλασμός, σε Πλούτ.
Middle Liddell
[from ἀποκαθαίρω
I. a clearing off, purging, Thuc.
II. lustration, Plut.