σταφυλίτης: Difference between revisions
From LSJ
ὤμοι, πέπληγμαι καιρίαν πληγὴν ἔσω → Alas! I am struck deep with a mortal blow! | Ah me! I am struck—a right-aimed stroke within me (Aeschylus, Agamemnon 1343)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[σταφυλή]] της υπερώας<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[σταφυλίτης]] μυς» — [[μικρός]] μυς της οπίσθιας επιφάνειας της σταφυλής<br /><b>αρχ.</b><br />(ως [[προσωνυμία]] του Διονύσου) αυτός που προστατεύει τα σταφύλια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σταφυλή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] ( | |mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[σταφυλή]] της υπερώας<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[σταφυλίτης]] μυς» — [[μικρός]] μυς της οπίσθιας επιφάνειας της σταφυλής<br /><b>αρχ.</b><br />(ως [[προσωνυμία]] του Διονύσου) αυτός που προστατεύει τα σταφύλια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σταφυλή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. [[σταφιδίτης]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 15:05, 8 May 2023
English (LSJ)
[ῑ], ου, ὁ, guardian of grapes, epithet of Dionysus, Ael.VH3.41.
German (Pape)
[Seite 931] ὁ, der Traubige, heißt Dionysos, Ael. H. A. 3, 41.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
le dieu du raisin (Dionysos).
Étymologie: σταφυλή.
Greek (Liddell-Scott)
στᾰφῠλίτης: ὁ, ὁ τὰς σταφυλὰς φυλάττων, ἐπίθ. τοῦ Βάκχου, Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 3. 41.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ
νεοελλ.
1. η σταφυλή της υπερώας
2. φρ. «σταφυλίτης μυς» — μικρός μυς της οπίσθιας επιφάνειας της σταφυλής
αρχ.
(ως προσωνυμία του Διονύσου) αυτός που προστατεύει τα σταφύλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφυλή + επίθημα -ίτης (πρβλ. σταφιδίτης)].