ψοΐτης: Difference between revisions
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=psoitis | |Transliteration C=psoitis | ||
|Beta Code=yoi/+ths | |Beta Code=yoi/+ths | ||
|Definition=[ῑ] | |Definition=[ῑ] [[μυελός]], ὁ, ([[ψόα]]) [[lumbar]] portion of the spinal cord, Gal.8.328. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 09:28, 25 August 2023
English (LSJ)
[ῑ] μυελός, ὁ, (ψόα) lumbar portion of the spinal cord, Gal.8.328.
German (Pape)
[Seite 1401] ὁ, μύελος, das Mark in den Lendenwirbeln, Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ψοΐτης: μυελός, ὁ, ὁ ἐν ταῖς ψόαις, ὁ νωτιαῖος ἢ ῥαχίτης μυελὸς (ψόαι), Γαλην.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ, και ψωΐτης Ν
νεοελλ.
ανατ. ονομασία δύο ζυγών μυών της πυέλου (α. «ελάσσων ψοΐτης» β. «μείζων ψοΐτης»)
αρχ.
η οσφυϊκή περιοχή του νωτιαίου μυελού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψόα + επίθημα -ίτης (πρβλ. σιαγονίτης)].