σύνθεμα: Difference between revisions
Εἷς ἐστι δοῦλος οἰκίας ὁ δεσπότης → Unus familiae servus ipse adeo est herus → Nur einen Sklaven gibt's allein im Haus, den Herrn
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=synthema | |Transliteration C=synthema | ||
|Beta Code=su/nqema | |Beta Code=su/nqema | ||
|Definition=ατος, τό, later Gr. for | |Definition=-ατος, τό, later Gr. for [[σύνθημα]], Hedyl. ap. Ath.11.497d (where both forms occur), ''PLips.''33 ii 26 (iv A.D.).<br><span class="bld">2</span> [[compound word]], Eust.340.35.<br><span class="bld">3</span> [[sum]], Dioph.1.27, al.<br><span class="bld">4</span> [[collection]], [[LXX]] ''Ec.''12.11.<br><span class="bld">5</span> [[ointment made of several ingredients]], [[mixture]], PMag.Berol.1.256, al.; medicinal [[mixture]], Hippiatr.22; chemical [[compound]], Ps.-Democr.Alch.p.55 B.<br><span class="bld">6</span> [[whole]] of parts, Apollod. ''Poliorc.''180.9, al. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1024.png Seite 1024]] τό, poet. statt [[σύνθημα]], Lob. Phryn. 249. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1024.png Seite 1024]] τό, poet. statt [[σύνθημα]], Lob. Phryn. 249. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σύνθεμα:''' ατος τό Anth. = [[σύνθημα]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 22: | Line 25: | ||
|mltxt=το, ΝΜΑ [[συντίθημι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτό που προέρχεται από [[σύνθεση]], που τα τμήματά του [[είναι]] συντεθειμένα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[καθετί]] το συμφωνημένο εκ τών προτέρων, [[σύνθημα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> σύνθετη [[λέξη]]<br /><b>2.</b> [[ποσό]], [[κεφάλαιο]]<br /><b>3.</b> [[συνέλευση]], [[συνάθροιση]]<br /><b>4.</b> <b>ιατρ.</b> α) [[αλοιφή]] που παρασκευαζόταν από διάφορα συστατικά<br />β) ιατρικό [[μίγμα]]<br /><b>5.</b> χημική [[ένωση]]<br /><b>6.</b> το [[σύνολο]] τών διαφόρων τμημάτων, το όλον. | |mltxt=το, ΝΜΑ [[συντίθημι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτό που προέρχεται από [[σύνθεση]], που τα τμήματά του [[είναι]] συντεθειμένα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[καθετί]] το συμφωνημένο εκ τών προτέρων, [[σύνθημα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> σύνθετη [[λέξη]]<br /><b>2.</b> [[ποσό]], [[κεφάλαιο]]<br /><b>3.</b> [[συνέλευση]], [[συνάθροιση]]<br /><b>4.</b> <b>ιατρ.</b> α) [[αλοιφή]] που παρασκευαζόταν από διάφορα συστατικά<br />β) ιατρικό [[μίγμα]]<br /><b>5.</b> χημική [[ένωση]]<br /><b>6.</b> το [[σύνολο]] τών διαφόρων τμημάτων, το όλον. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elmes | ||
| | |esmgtx=τό [[mixtura]] para ungirse χρῖσόν σου τὸ μέτωπον μόνον ἐκ τοῦ συνθέματος <b class="b3">unge sólo tu frente con esta mixtura</b> P I 256 πρὸς δὲ τὸ μνημονεύειν τὰ λεγόμενα χρῶ συνθέματι τούτῳ <b class="b3">para recordar lo dicho, utiliza esta mixtura</b> P II 17 σύνχριε δέ σε ὅλον τῷ συνθέματι τούτῳ· δαφνίδας, κύμινον Αἰθιοπικόν, στρύχνον <b class="b3">úngete todo con la siguiente mixtura: semillas de laurel, comino etíope, adormidera</b> P II 75 | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:22, 25 August 2023
English (LSJ)
-ατος, τό, later Gr. for σύνθημα, Hedyl. ap. Ath.11.497d (where both forms occur), PLips.33 ii 26 (iv A.D.).
2 compound word, Eust.340.35.
3 sum, Dioph.1.27, al.
4 collection, LXX Ec.12.11.
5 ointment made of several ingredients, mixture, PMag.Berol.1.256, al.; medicinal mixture, Hippiatr.22; chemical compound, Ps.-Democr.Alch.p.55 B.
6 whole of parts, Apollod. Poliorc.180.9, al.
German (Pape)
[Seite 1024] τό, poet. statt σύνθημα, Lob. Phryn. 249.
Russian (Dvoretsky)
σύνθεμα: ατος τό Anth. = σύνθημα.
Greek (Liddell-Scott)
σύνθεμα: τό, ποιητ. ἀντὶ σύνθημα, Ἀνθ. Π. παράρτημα 30 (ἔνθα ἀμφότεροι οἱ τύποι ἀπαντῶσι). 2) σύνθετος λέξις, Εὐστ. 340. 35. 3) ποσόν, κεφάλαιον, Διοφάντ. Ἀριθμ. 5. 19. 4) συνέλευσις, συνάθροισις, Ἑβδ. (Ἐκκλ. ΙΒ΄, 11).
Spanish
Greek Monolingual
το, ΝΜΑ συντίθημι
νεοελλ.
αυτό που προέρχεται από σύνθεση, που τα τμήματά του είναι συντεθειμένα
μσν.-αρχ.
καθετί το συμφωνημένο εκ τών προτέρων, σύνθημα
αρχ.
1. σύνθετη λέξη
2. ποσό, κεφάλαιο
3. συνέλευση, συνάθροιση
4. ιατρ. α) αλοιφή που παρασκευαζόταν από διάφορα συστατικά
β) ιατρικό μίγμα
5. χημική ένωση
6. το σύνολο τών διαφόρων τμημάτων, το όλον.
Léxico de magia
τό mixtura para ungirse χρῖσόν σου τὸ μέτωπον μόνον ἐκ τοῦ συνθέματος unge sólo tu frente con esta mixtura P I 256 πρὸς δὲ τὸ μνημονεύειν τὰ λεγόμενα χρῶ συνθέματι τούτῳ para recordar lo dicho, utiliza esta mixtura P II 17 σύνχριε δέ σε ὅλον τῷ συνθέματι τούτῳ· δαφνίδας, κύμινον Αἰθιοπικόν, στρύχνον úngete todo con la siguiente mixtura: semillas de laurel, comino etíope, adormidera P II 75