διορισμός: Difference between revisions
Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientia → Erfahrung überwindet Unerfahrenheit
(Bailly1_2) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(22 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=diorismos | |Transliteration C=diorismos | ||
|Beta Code=diorismo/s | |Beta Code=diorismo/s | ||
|Definition=ὁ, <span class=" | |Definition=ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[division]], [[distinction]], Pl.''Ti.''38c, [[Aristotle|Arist.]]''[[Nicomachean Ethics|EN]]''1134b33, Porph.''Abst.''3.20.<br><span class="bld">II</span> [[logical distinction]], [[Plato|Pl.]]''[[Politicus|Plt.]]'' 282c; [[definition]], Arist.''SE''168a23, al.<br><span class="bld">III</span> Math., [[particular enunciation]] of a problem, Procl. ''in Euc.''p.203 F.<br><span class="bld">2</span> [[statement of limits of possibility]] of a problem, Apollon.Perg.''Con.Praef.'', Archim.''Sph.Cyl.''2.4, Phld.''Acad.Ind.''p.17 M. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">I</b> concr.<br /><b class="num">1</b> [[separación]] (τὸ [[διάζωμα]]) τοῦ διορισμοῦ χάριν ἐστὶ τοῦ τε περὶ τὴν κοιλίαν τόπου καὶ τοῦ περὶ τὴν καρδίαν Arist.<i>PA</i> 672<sup>b</sup>15.<br /><b class="num">2</b> [[división]] ἥλιος καὶ σελήνη ... εἰς διορισμὸν ... ἀριθμῶν χρόνου γέγονεν Pl.<i>Ti</i>.38c<br /><b class="num">•</b>[[división]], [[lote]] [[ἀμετάθετος]] ... ὁ καθ' ἕκαστα [[διορισμός]] Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.264.<br /><b class="num">3</b> gram. [[signo gramatical relativo a las pausas y separaciones]] (como el [[ἀπόστροφος]], ὑφέν, ὑποδιαστολή): ταύτας δὲ καὶ διορισμούς τινες ἐκάλεσαν Sch.D.T.442.28.<br /><b class="num">4</b> ret. [[aforismo]], [[aseveración concreta]] y [[significativa]] Rufin.<i>Fig</i>.42.<br /><b class="num">II</b> en operaciones intelectuales<br /><b class="num">1</b> [[definición]] τὸν τοῦ ἐλέγχου διορισμόν la definición de ‘[[refutación]]’</i> Arist.<i>SE</i> 168<sup>a</sup>20, cf. <i>APr</i>.33<sup>b</sup>30, Thphr.<i>Ign</i>.8.<br /><b class="num">2</b> [[distinción]], [[diferenciación]] Pl.<i>Plt</i>.282e, ἐπὶ τῶν [[ἔμπροσθεν]] τῆς κεφαλῆς ... διορισμοί Gal.1.322, περὶ τε καθαρῶν καὶ ἀκαθάρτων διορισμοί Basil.<i>Hex</i>.8.3.<br /><b class="num">3</b> como parte del desarrollo de una proposición lógica [[determinación]] τὰς τῶν προβλημάτων συνθέσεις καὶ τοὺς διορισμούς Apollon.Perg.<i>Con</i>.4 praef., cf. Archim.<i>Sph.Cyl</i>.2.4, Procl.<i>in Euc</i>.203.4. | |||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> [[division]], [[distinction]];<br /><b>2</b> [[définition]].<br />'''Étymologie:''' [[διορίζω]]. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ὁ, <i>das Abgrenzen, die [[Bestimmung]]. [[Unterscheidung]]</i>; Plat. <i>Polit</i>. 282e; Arist. <i>Pol</i>. 3.5, und Sp., bes. = <i>[[Erklärung]]</i>, s. DL. 5.43. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''διορισμός:''' ὁ<br /><b class="num">1</b> [[разграничение]], [[разделение]] Arst.;<br /><b class="num">2</b> [[разграничение]], [[различение]] Plat., Arst., Plut.;<br /><b class="num">3</b> [[установление]], [[определение]] Plat., Arst., Diog. L., Plut. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διορισμός''': ὁ, [[διαίρεσις]], [[διάκρισις]], Πλάτ. Πολιτ. 282Ε, Τιμ. 38C, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 7, 4. ΙΙ. λογική [[διάκρισις]], [[ὁρισμός]], Ἀριστ. Σοφ. Ἐλέγχ. 6, 1 κ. ἀλλ. | |lstext='''διορισμός''': ὁ, [[διαίρεσις]], [[διάκρισις]], Πλάτ. Πολιτ. 282Ε, Τιμ. 38C, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 7, 4. ΙΙ. λογική [[διάκρισις]], [[ὁρισμός]], Ἀριστ. Σοφ. Ἐλέγχ. 6, 1 κ. ἀλλ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{grml | ||
| | |mltxt=ο (AM [[διορισμός]]) [[διορίζω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[τοποθέτηση]] προσώπου σε [[υπηρεσία]] (συνήθ. [[δημόσια]])<br /><b>2.</b> το [[έγγραφο]] με το οποίο γίνεται ο [[διορισμός]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[ορισμός]], [[εντολή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[διαίρεση]], [[διάκριση]]<br /><b>2.</b> [[λογική]] [[διάκριση]]<br /><b>3.</b> <b>μαθ.</b> [[διαπίστωση]] για τα όρια πιθανότητας ενός προβλήματος<br /><b>4.</b> η [[διατύπωση]] ενός προβλήματος.<br />ο (AM [[δωρισμός]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[χρησιμοποίηση]] δωρικών λέξεων ή τύπων<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />η [[χρησιμοποίηση]] της δωρικής διαλέκτου στον προφορικό ή τον γραπτό λόγο. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:22, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ,
A division, distinction, Pl.Ti.38c, Arist.EN1134b33, Porph.Abst.3.20.
II logical distinction, Pl.Plt. 282c; definition, Arist.SE168a23, al.
III Math., particular enunciation of a problem, Procl. in Euc.p.203 F.
2 statement of limits of possibility of a problem, Apollon.Perg.Con.Praef., Archim.Sph.Cyl.2.4, Phld.Acad.Ind.p.17 M.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
I concr.
1 separación (τὸ διάζωμα) τοῦ διορισμοῦ χάριν ἐστὶ τοῦ τε περὶ τὴν κοιλίαν τόπου καὶ τοῦ περὶ τὴν καρδίαν Arist.PA 672b15.
2 división ἥλιος καὶ σελήνη ... εἰς διορισμὸν ... ἀριθμῶν χρόνου γέγονεν Pl.Ti.38c
•división, lote ἀμετάθετος ... ὁ καθ' ἕκαστα διορισμός Chrysipp.Stoic.2.264.
3 gram. signo gramatical relativo a las pausas y separaciones (como el ἀπόστροφος, ὑφέν, ὑποδιαστολή): ταύτας δὲ καὶ διορισμούς τινες ἐκάλεσαν Sch.D.T.442.28.
4 ret. aforismo, aseveración concreta y significativa Rufin.Fig.42.
II en operaciones intelectuales
1 definición τὸν τοῦ ἐλέγχου διορισμόν la definición de ‘refutación’ Arist.SE 168a20, cf. APr.33b30, Thphr.Ign.8.
2 distinción, diferenciación Pl.Plt.282e, ἐπὶ τῶν ἔμπροσθεν τῆς κεφαλῆς ... διορισμοί Gal.1.322, περὶ τε καθαρῶν καὶ ἀκαθάρτων διορισμοί Basil.Hex.8.3.
3 como parte del desarrollo de una proposición lógica determinación τὰς τῶν προβλημάτων συνθέσεις καὶ τοὺς διορισμούς Apollon.Perg.Con.4 praef., cf. Archim.Sph.Cyl.2.4, Procl.in Euc.203.4.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
1 division, distinction;
2 définition.
Étymologie: διορίζω.
German (Pape)
ὁ, das Abgrenzen, die Bestimmung. Unterscheidung; Plat. Polit. 282e; Arist. Pol. 3.5, und Sp., bes. = Erklärung, s. DL. 5.43.
Russian (Dvoretsky)
διορισμός: ὁ
1 разграничение, разделение Arst.;
2 разграничение, различение Plat., Arst., Plut.;
3 установление, определение Plat., Arst., Diog. L., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
διορισμός: ὁ, διαίρεσις, διάκρισις, Πλάτ. Πολιτ. 282Ε, Τιμ. 38C, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 7, 4. ΙΙ. λογική διάκρισις, ὁρισμός, Ἀριστ. Σοφ. Ἐλέγχ. 6, 1 κ. ἀλλ.
Greek Monolingual
ο (AM διορισμός) διορίζω
νεοελλ.
1. τοποθέτηση προσώπου σε υπηρεσία (συνήθ. δημόσια)
2. το έγγραφο με το οποίο γίνεται ο διορισμός
αρχ.-μσν.
ορισμός, εντολή
αρχ.
1. διαίρεση, διάκριση
2. λογική διάκριση
3. μαθ. διαπίστωση για τα όρια πιθανότητας ενός προβλήματος
4. η διατύπωση ενός προβλήματος.
ο (AM δωρισμός)
νεοελλ.
χρησιμοποίηση δωρικών λέξεων ή τύπων
αρχ.-μσν.
η χρησιμοποίηση της δωρικής διαλέκτου στον προφορικό ή τον γραπτό λόγο.