δειμός: Difference between revisions
αἱ μέν ἀποφάσεις ἐπί τῶν θείων ἀληθεῖς, αἱ δέ καταφάσεις ἀνάρμοστοι τῇ κρυφιότητι τῶν ἀποῤῥήτων → as concerns the things of the gods, negative pronouncements are true, but positive ones are inadequate to their hidden character
(big3_10) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(13 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=deimos | |Transliteration C=deimos | ||
|Beta Code=deimo/s | |Beta Code=deimo/s | ||
|Definition=ὁ, (δέος) < | |Definition=ὁ, ([[δέος]])<br><span class="bld">A</span> [[fear]], [[terror]], δειμόν τινα ἀναπλάσσειν J.''Ap.''2.34.<br><span class="bld">II</span> [[Δεῖμος]], ὁ, personified as accompanying [[Φόβος]], [[Ἔρις]], [[Γοργώ]], etc., Il. 4.44c, 1.37, 15.119, Hes.''Th.''934. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> Δεῖμος Hsch.<br /><b class="num">1</b> [[miedo]], [[terror]] ὁ μὲν δειμῶν ἐπιγινομένων ἀφίσταται Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.123.<br /><b class="num">2</b> ὁ Δ. personif. [[Terror]] hijo de Ares y Afrodita <i>Il</i>.4.440, 11.37, 15.119, Hes.<i>Th</i>.934, <i>Sc</i>.195, 463, Plu.2.763c, I.<i>Ap</i>.2.248, Q.S.5.29, 11.13, Nonn.<i>D</i>.2.415, Hsch.<br /><b class="num">•</b>hijo de Pólemo, Sud.<br /><b class="num">•</b>padre de Escila, Semus 22. | |||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br />épouvante.<br />'''Étymologie:''' [[δείδω]] ; cf. [[δεῖμα]]. | |btext=ου (ὁ) :<br />[[épouvante]].<br />'''Étymologie:''' [[δείδω]] ; cf. [[δεῖμα]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{grml | ||
| | |mltxt=[[δειμός]] και Δεῖμος, ο (Α)<br /><b>1.</b> [[δειμός]]<br />ο [[τρόμος]]<br /><b>2.</b> <i>Δεῖμος</i><br />η [[προσωποποίηση]] του τρόμου («[[Κυθέρεια]] Φόβον καὶ Δεῖμον ἔτικτε δεινούς»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[δείμα]], σχηματισμένος με το [[επίθημα]] -<i>μος</i>, που χρησιμοποιείται για τα έμψυχα, σε [[αντίθεση]] [[προς]] το -<i>μα</i>, που [[είναι]] για τα αντικείμενα ή δηλώνει το [[αποτέλεσμα]] μιας πράξεως]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δειμός:''' ὁ ([[δέος]]), [[φόβος]], [[τρόμος]], [[πανικός]]· προσωποποιημένο, [[Δεῖμος]], [[υπηρέτης]] του Άρη, σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[δέος]]<br /><b class="num">1.</b> [[fear]], [[terror]]:— personified [[Δεῖμος]], Il.<br /><b class="num">2.</b> contr. for [[δέον]] neut. [[part]]., v. [[δεῖ]] III. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:45, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ, (δέος)
A fear, terror, δειμόν τινα ἀναπλάσσειν J.Ap.2.34.
II Δεῖμος, ὁ, personified as accompanying Φόβος, Ἔρις, Γοργώ, etc., Il. 4.44c, 1.37, 15.119, Hes.Th.934.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
• Alolema(s): Δεῖμος Hsch.
1 miedo, terror ὁ μὲν δειμῶν ἐπιγινομένων ἀφίσταται Chrysipp.Stoic.3.123.
2 ὁ Δ. personif. Terror hijo de Ares y Afrodita Il.4.440, 11.37, 15.119, Hes.Th.934, Sc.195, 463, Plu.2.763c, I.Ap.2.248, Q.S.5.29, 11.13, Nonn.D.2.415, Hsch.
•hijo de Pólemo, Sud.
•padre de Escila, Semus 22.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
épouvante.
Étymologie: δείδω ; cf. δεῖμα.
Greek Monolingual
δειμός και Δεῖμος, ο (Α)
1. δειμός
ο τρόμος
2. Δεῖμος
η προσωποποίηση του τρόμου («Κυθέρεια Φόβον καὶ Δεῖμον ἔτικτε δεινούς»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του δείμα, σχηματισμένος με το επίθημα -μος, που χρησιμοποιείται για τα έμψυχα, σε αντίθεση προς το -μα, που είναι για τα αντικείμενα ή δηλώνει το αποτέλεσμα μιας πράξεως].
Greek Monotonic
δειμός: ὁ (δέος), φόβος, τρόμος, πανικός· προσωποποιημένο, Δεῖμος, υπηρέτης του Άρη, σε Ομήρ. Ιλ.
Middle Liddell
δέος
1. fear, terror:— personified Δεῖμος, Il.
2. contr. for δέον neut. part., v. δεῖ III.