ἱμερόφωνος: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=imerofonos
|Transliteration C=imerofonos
|Beta Code=i(mero/fwnos
|Beta Code=i(mero/fwnos
|Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[of lovely voice]] or [[song]], ἀηδών Sapph.39, <span class="bibl">Alcm.26</span> (vulg. <b class="b3">ἱεροφ-</b>), <span class="bibl">Theoc.28.7</span>.</span>
|Definition=ἱμερόφωνον, [[of lovely voice]] or [[song]], ἀηδών Sapph.39, Alcm.26 (vulg. <b class="b3">ἱεροφ-</b>), Theoc.28.7.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1253.png Seite 1253]] von lieblicher oder sehnsüchtiger Stimme; [[ἀηδών]] Sapph. 36; Χάριτες Theocr. 28, 7.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1253.png Seite 1253]] von lieblicher oder sehnsüchtiger Stimme; [[ἀηδών]] Sapph. 36; Χάριτες Theocr. 28, 7.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[à la voix charmante]].<br />'''Étymologie:''' [[ἵμερος]], [[φωνή]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἱμερόφωνος:''' (ῑμ) прелестно поющий ([[ἀηδών]] [[Sappho]]; Χάριτες Theocr.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱμερόφωνος''': -ον, ἔχων φωνὴν ἐρατεινήν, θελκτικήν, ἀηδὼν Σαπφὼ 42, Ἀλκμὰν 13 ([[ἔνθα]] κοινῶς ἱερόφ-), Θεόκρ. 28. 7· πρβλ. [[ἡμερόφωνος]].
|lstext='''ἱμερόφωνος''': -ον, ἔχων φωνὴν ἐρατεινήν, θελκτικήν, ἀηδὼν Σαπφὼ 42, Ἀλκμὰν 13 ([[ἔνθα]] κοινῶς ἱερόφ-), Θεόκρ. 28. 7· πρβλ. [[ἡμερόφωνος]].
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à la voix charmante.<br />'''Étymologie:''' [[ἵμερος]], [[φωνή]].
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἱμερόφωνος:''' -ον ([[φωνή]]), αυτός που έχει [[φωνή]] ερωτική ή θελκτική, [[φωνή]] κατάλληλη για ερωτικό [[τραγούδι]], σε Θεόκρ.
|lsmtext='''ἱμερόφωνος:''' -ον ([[φωνή]]), αυτός που έχει [[φωνή]] ερωτική ή θελκτική, [[φωνή]] κατάλληλη για ερωτικό [[τραγούδι]], σε Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἱμερόφωνος:''' (ῑμ) прелестно поющий ([[ἀηδών]] [[Sappho]]; Χάριτες Theocr.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ἱμερό-φωνος, ον [[φωνή]]<br />of [[lovely]] [[voice]] or [[song]], Theocr.
|mdlsjtxt=ἱμερό-φωνος, ον [[φωνή]]<br />of [[lovely]] [[voice]] or [[song]], Theocr.
}}
}}

Latest revision as of 11:19, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱμερόφωνος Medium diacritics: ἱμερόφωνος Low diacritics: ιμερόφωνος Capitals: ΙΜΕΡΟΦΩΝΟΣ
Transliteration A: himeróphōnos Transliteration B: himerophōnos Transliteration C: imerofonos Beta Code: i(mero/fwnos

English (LSJ)

ἱμερόφωνον, of lovely voice or song, ἀηδών Sapph.39, Alcm.26 (vulg. ἱεροφ-), Theoc.28.7.

German (Pape)

[Seite 1253] von lieblicher oder sehnsüchtiger Stimme; ἀηδών Sapph. 36; Χάριτες Theocr. 28, 7.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
à la voix charmante.
Étymologie: ἵμερος, φωνή.

Russian (Dvoretsky)

ἱμερόφωνος: (ῑμ) прелестно поющий (ἀηδών Sappho; Χάριτες Theocr.).

Greek (Liddell-Scott)

ἱμερόφωνος: -ον, ἔχων φωνὴν ἐρατεινήν, θελκτικήν, ἀηδὼν Σαπφὼ 42, Ἀλκμὰν 13 (ἔνθα κοινῶς ἱερόφ-), Θεόκρ. 28. 7· πρβλ. ἡμερόφωνος.

Greek Monolingual

ἱμερόφωνος, -ον (Α)
αυτός που έχει φωνή γεμάτη πόθο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἵμερος + -φωνος (< φωνή), πρβλ. οξύφωνος, πολύφωνος].

Greek Monotonic

ἱμερόφωνος: -ον (φωνή), αυτός που έχει φωνή ερωτική ή θελκτική, φωνή κατάλληλη για ερωτικό τραγούδι, σε Θεόκρ.

Middle Liddell

ἱμερό-φωνος, ον φωνή
of lovely voice or song, Theocr.