ἀνάμπυξ: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anampyks
|Transliteration C=anampyks
|Beta Code=a)na/mpuc
|Beta Code=a)na/mpuc
|Definition=ῠκος, ὁ, ἡ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">without head-band</b> or [[fillet]], <span class="bibl">Call.<span class="title">Cer.</span>124</span>.</span>
|Definition=ῠκος, ὁ, ἡ, [[without head-band]] or [[fillet]], Call.''Cer.''124.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ῠκος<br />[[sin diadema]] Call.<i>Cer</i>.124, [[Γόργη]] Nonn.<i>D</i>.29.266.<br /><b class="num">• Diccionario Micénico:</b> <i>a-na-pu-ke</i>.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνάμπυξ''': -υκος, ὁ, ἡ, [[ἄνευ]] ἄμπυκος, κεφαλοδέσμου, ταινίας Καλλ. εἰς Δημ. 124.
|lstext='''ἀνάμπυξ''': -υκος, ὁ, ἡ, [[ἄνευ]] ἄμπυκος, κεφαλοδέσμου, ταινίας Καλλ. εἰς Δημ. 124.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ῠκος<br />[[sin diadema]] Call.<i>Cer</i>.124, [[Γόργη]] Nonn.<i>D</i>.29.266. • DMic.: <i>a-na-pu-ke</i>.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνάμπυξ]] (-υκος), ο, η (Α) [[ἄμπυξ]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεν φοράει άμπυκα, δηλ. κεφαλόδεσμο, που έχει λυτά τα μαλλιά του<br /><b>2.</b> στη Μυκην. η λ. απαντά σε [[πινακίδα]] της Πύλου, προσδιορίζει χαλινάρια και σημαίνει «[[χωρίς]] προμετωπίδιο». (Μυκην. γρ. <i>a</i>-<i>na</i>-<i>pu</i>-<i>ke</i>).
|mltxt=[[ἀνάμπυξ]] (-υκος), ο, η (Α) [[ἄμπυξ]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεν φοράει άμπυκα, δηλ. κεφαλόδεσμο, που έχει λυτά τα μαλλιά του<br /><b>2.</b> στη Μυκην. η λ. απαντά σε [[πινακίδα]] της Πύλου, προσδιορίζει χαλινάρια και σημαίνει «[[χωρίς]] προμετωπίδιο». (Μυκην. γρ. <i>a</i>-<i>na</i>-<i>pu</i>-<i>ke</i>).
}}
}}

Latest revision as of 11:58, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάμπυξ Medium diacritics: ἀνάμπυξ Low diacritics: ανάμπυξ Capitals: ΑΝΑΜΠΥΞ
Transliteration A: anámpyx Transliteration B: anampyx Transliteration C: anampyks Beta Code: a)na/mpuc

English (LSJ)

ῠκος, ὁ, ἡ, without head-band or fillet, Call.Cer.124.

Spanish (DGE)

-ῠκος
sin diadema Call.Cer.124, Γόργη Nonn.D.29.266.
• Diccionario Micénico: a-na-pu-ke.

German (Pape)

[Seite 198] υκος, ohne Hauptbinde, Callim. Cer. 125.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάμπυξ: -υκος, ὁ, ἡ, ἄνευ ἄμπυκος, κεφαλοδέσμου, ταινίας Καλλ. εἰς Δημ. 124.

Greek Monolingual

ἀνάμπυξ (-υκος), ο, η (Α) ἄμπυξ
1. αυτός που δεν φοράει άμπυκα, δηλ. κεφαλόδεσμο, που έχει λυτά τα μαλλιά του
2. στη Μυκην. η λ. απαντά σε πινακίδα της Πύλου, προσδιορίζει χαλινάρια και σημαίνει «χωρίς προμετωπίδιο». (Μυκην. γρ. a-na-pu-ke).