σύνθακος: Difference between revisions
Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "τινι" to "τινι") |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=synthakos | |Transliteration C=synthakos | ||
|Beta Code=su/nqakos | |Beta Code=su/nqakos | ||
|Definition= | |Definition=σύνθακον,<br><span class="bld">A</span> [[sitting with]] or [[together]], <b class="b3">ἔστι γὰρ Ζηνὶ σ. θρόνων Αἰδώς</b> [[partner]] of his throne, [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Coloneus|OC]]''1267.<br><span class="bld">2</span> generally, [[partner]], [[Euripides|E.]]''[[Orestes|Or.]]''1637, ''Hipp.''1093. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />qui siège avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[θᾶκος]]. | |btext=ος, ον :<br />[[qui siège avec]], τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[θᾶκος]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=σύν-θᾱκος -ον [[[σύν]], [[θᾶκος]]] samen zitting houdend (met), samen (op de troon) zittend (met) met dat. en gen..; ἔστι... καὶ Ζηνὶ σύνθακος θρόνων Αἰδώς Schroom zit ook samen op de troon met Zeus Soph. OC 1267; uitbr. partner. ὦ... Λητοῦς κόρη, σύνθακε, συγκύναγε dochter van Leto, mijn partner, mijn jachtgenoot Eur. Hipp. 1093. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σύνθᾱκος:''' [[восседающий вместе]] (τινι Soph., Eur.). | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 25: | Line 28: | ||
|lsmtext='''σύνθᾱκος:''' -ον, αυτός που κάθεται μαζί με κάποιον ή με [[συντροφιά]]· Ζηνὶ [[σύνθακος]] θρόνων, αυτή που μοιράζεται τον θρόνο του [[Δία]], σύνθρονη, λέγεται για την Αιδώ, σε Σοφ.· γενικά, [[συμμέτοχος]], [[σύντροφος]], [[συνέταιρος]], σε Ευρ. | |lsmtext='''σύνθᾱκος:''' -ον, αυτός που κάθεται μαζί με κάποιον ή με [[συντροφιά]]· Ζηνὶ [[σύνθακος]] θρόνων, αυτή που μοιράζεται τον θρόνο του [[Δία]], σύνθρονη, λέγεται για την Αιδώ, σε Σοφ.· γενικά, [[συμμέτοχος]], [[σύντροφος]], [[συνέταιρος]], σε Ευρ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''σύνθᾱκος''': -ον, ὁ καθήμενος μετά τινος ἢ [[ὁμοῦ]], ἔστι γὰρ Ζηνὶ σ. θρόνων Αἰδώς, [[μέτοχος]] τοῦ θρόνου [[αὐτοῦ]], Σοφ. Ο. Κ. 1267, πρβλ. [[σύνεδρος]], [[σύνθρονος]]· ― [[καθόλου]], [[μέτοχος]], [[κοινωνός]], Εὐρ. Ὀρ. 1637. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |
Latest revision as of 17:03, 5 November 2024
English (LSJ)
σύνθακον,
A sitting with or together, ἔστι γὰρ Ζηνὶ σ. θρόνων Αἰδώς partner of his throne, S.OC1267.
2 generally, partner, E.Or.1637, Hipp.1093.
German (Pape)
[Seite 1024] mit, zugleich, beisammen oder dabei sitzend, Beisitzer, Gefährte; ἔστι γὰρ καὶ Ζηνὶ σύνθακος θρόνων Αἰδὼς ἐπ' ἔργοις πᾶσι, Soph. O. C. 1269; Eur. Or. 1637.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui siège avec, τινι.
Étymologie: σύν, θᾶκος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
σύν-θᾱκος -ον [σύν, θᾶκος] samen zitting houdend (met), samen (op de troon) zittend (met) met dat. en gen..; ἔστι... καὶ Ζηνὶ σύνθακος θρόνων Αἰδώς Schroom zit ook samen op de troon met Zeus Soph. OC 1267; uitbr. partner. ὦ... Λητοῦς κόρη, σύνθακε, συγκύναγε dochter van Leto, mijn partner, mijn jachtgenoot Eur. Hipp. 1093.
Russian (Dvoretsky)
σύνθᾱκος: восседающий вместе (τινι Soph., Eur.).
Greek Monolingual
-ον, Α
βλ. σύνθωκος.
Greek Monotonic
σύνθᾱκος: -ον, αυτός που κάθεται μαζί με κάποιον ή με συντροφιά· Ζηνὶ σύνθακος θρόνων, αυτή που μοιράζεται τον θρόνο του Δία, σύνθρονη, λέγεται για την Αιδώ, σε Σοφ.· γενικά, συμμέτοχος, σύντροφος, συνέταιρος, σε Ευρ.
Greek (Liddell-Scott)
σύνθᾱκος: -ον, ὁ καθήμενος μετά τινος ἢ ὁμοῦ, ἔστι γὰρ Ζηνὶ σ. θρόνων Αἰδώς, μέτοχος τοῦ θρόνου αὐτοῦ, Σοφ. Ο. Κ. 1267, πρβλ. σύνεδρος, σύνθρονος· ― καθόλου, μέτοχος, κοινωνός, Εὐρ. Ὀρ. 1637.
Middle Liddell
σύν-θᾱκος, ον,
sitting with or together with, Ζηνὶ σύνθακος θρόνων partner with Zeus of his throne, Soph.:— generally, a partner, Eur.