χρυσοφαής: Difference between revisions

From LSJ

καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "E.''Hec.''" to "E.''Hec.''")
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=chrysofais
|Transliteration C=chrysofais
|Beta Code=xrusofah/s
|Beta Code=xrusofah/s
|Definition=χρυσοφαές, Boeot. [[χρουσοφαής]] Corinn.''Supp.''1.20:—[[gold-shining]], [[κάλπιδες]] l. c.; Ἅλιος E.''Hec.''636 (lyr.); Ἔρως Id.''Hipp.''1275 (lyr.); [[στέφανος]] Epigr. ap. Plu.''Flam.''12; also [[χρυσοφάη]] θεράπαιναν Ἀφροδίτας Sapph. 57A.
|Definition=χρυσοφαές, Boeot. [[χρουσοφαής]] Corinn.''Supp.''1.20:—[[gold-shining]], [[κάλπιδες]] l. c.; Ἅλιος [[Euripides|E.]]''[[Hecuba|Hec.]]''636 (lyr.); Ἔρως Id.''Hipp.''1275 (lyr.); [[στέφανος]] Epigr. ap. Plu.''Flam.''12; also [[χρυσοφάη]] θεράπαιναν Ἀφροδίτας Sapph. 57A.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 07:45, 15 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσοφᾰής Medium diacritics: χρυσοφαής Low diacritics: χρυσοφαής Capitals: ΧΡΥΣΟΦΑΗΣ
Transliteration A: chrysophaḗs Transliteration B: chrysophaēs Transliteration C: chrysofais Beta Code: xrusofah/s

English (LSJ)

χρυσοφαές, Boeot. χρουσοφαής Corinn.Supp.1.20:—gold-shining, κάλπιδες l. c.; Ἅλιος E.Hec.636 (lyr.); Ἔρως Id.Hipp.1275 (lyr.); στέφανος Epigr. ap. Plu.Flam.12; also χρυσοφάη θεράπαιναν Ἀφροδίτας Sapph. 57A.

German (Pape)

[Seite 1382] ές, golden leuchtend, scheinend, goldglänzend; ἥλιος Eur. Hec. 634; στέφανος Ep. ad. 165 (App. 352); Maneth. 2, 19; auch Ael. H. A. 17, 2.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
qui a l'éclat de l'or.
Étymologie: χρυσός, φάος.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσοφᾰής:
1 сияющий золотом (ἥλιος Eur.; στέφανος Anth.);
2 златокрылый или лучезарный (Ἔρως Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσοφαής: -ές, ὁ λάμπων ὡς χρυσός, ἥλιος Εὐρ. Ἑκ. 636· ἔρως ὁ αὐτ. ἐν Ἱππολύτῳ 1276· στέφανος Ἀνθ. Παλατ. παράρτ. 352.

Spanish

radiante como el oro

Greek Monolingual

-ές, ΜΑ
αυτός που λάμπει σαν το χρυσάφι (α. «ὁ χρυσοφαὴς Ἥλιος», Ευρ.
β. «Ἔρως χρυσοφαής», Ευρ.
γ. «χρυσοφαὴς Σελήνη», Μάξ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -φαής (< φάος), πρβλ. ψευδοφαής].

Greek Monotonic

χρῡσοφαής: -ές (φάος), αυτός που έχει χρυσό φως, σε Ευρ.

Middle Liddell

χρῡσο-φαής, ές φάος
with golden light, Eur.

Léxico de magia

-ές radiante como el oro de Helios-Horus ἵλαθί μοι, ..., πυρφόρε, χρυσοφαῆ, φαεσίμβροτε séme propicio, portador del fuego, radiante como el oro, que traes la luz a los mortales P IV 458 de Apolo κλῦθί μευ, ἀργυρότοξε, ..., χρυσοφαῆ, λαῖλαψ καὶ Πυθολέτα escúchame, tú que tienes un arco de plata, radiante como el oro, huracán y matador de la serpiente Pitó P VI 32